Κυριακή 19 Μαρτίου 2017

Παράλληλες πορείες στις παρυφές της Ευρώπης



Οι κοινωνικές πληγές που ήταν αποτέλεσμα της Μεγάλης Πείνας του 1845, η οποία σημειωτέον διήρκεσε για έξι χρόνια, έκαναν περισσότερο από 150 χρόνια να επουλωθούν.

Συντάκτης: 
Γεώργιος Νικ.Σχορετσανίτης
Κάποιες πρόσφατες στατιστικές για ζωτικές παραμέτρους της ελληνικής επικαιρότητας, μας προσγείωσαν απότομα και μας έφεραν στη σκληρή πραγματικότητα και πρέπει σίγουρα όχι μόνο να  μας θλίβουν, αλλά και να μας προβληματίζουν ταυτόχρονα. Το πρώτο στοιχείο είναι η μείωση του πληθυσμού της χώρας μας κατά μισό περίπου εκατομμύρια κατοίκους, τα χρόνια του μνημονίου, γεγονός που οφείλεται σε πολλούς αλλά συγκεκριμένους παράγοντες, όπως η μείωση των γεννήσεων και η μετανάστευση, κατά κύριο λόγο. Και οι δύο αυτές αιτίες σχετίζονται άμεσα με την οικονομική κρίση η οποία μαστίζει τα τελευταία χρόνια τη χώρα μας και δεν φαίνεται, δυστυχώς, να έχει κάποιο ορατό τέλος.


Παράλληλα ένα άλλο ανησυχητικό γεγονός εμφανίστηκε τα τελευταία χρόνια, κι αυτό είναι η άρνηση μεγάλης μερίδας του πληθυσμού να δεχτεί πατρικές κληρονομιές. Παρατηρούμε ότι ο  αριθμός των αιτήσεων για αποποιήσεις κληρονομιάς, βαίνει συνεχώς αυξανόμενος, αφού οι περισσότεροι πολίτες αδυνατούν να ανταποκριθούν στις στοιχειώδεις υποχρεώσεις που απορρέουν από την κατοχή των  περιουσιακών στοιχείων, τα οποία ενώ παλιότερα ήταν άκρως επιθυμητά, σήμερα φαντάζουν ως ένα επιπρόσθετο βάρος που προστίθεται σε όλα τα άλλα, ήδη, γνωστά. Τα σχετικά στοιχεία είναι από κάθε πλευρά αποκαρδιωτικά. Από 29.199 αιτήσεις αποποίησης κληρονομιάς το 2013, έφτασαν σε 41.388 το 2014, 45.628 το 2015, σε 54.422 το 2016, κι ο χορός καλά κρατεί.

Ας δούμε τώρα κάποιες παρόμοιες  παραμέτρους σε ένα άλλο ιστορικό φαινόμενο που συντάραξε μια άλλη χώρα, την Ιρλανδία, στην άλλη άκρη της ευρωπαϊκής ηπείρου, περισσότερο από εκατόν πενήντα χρόνια πριν, και οδήγησε μεγάλο μέρος του πληθυσμού είτε σε θάνατο, είτε σε  μετανάστευση, με τελικό βεβαίως αποτέλεσμα τη δραματική μείωση του πληθυσμού της. 

Τα αποτελέσματα της απογραφής της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας, το 2016, έγιναν γνωστά και όπως ανακοινώθηκε από το Κεντρικό Γραφείο Στατιστικής ο πληθυσμός του κράτους είναι πλέον 4.757.976, το υψηλότερο νούμερο που είδε ποτέ η Δημοκρατία της Ιρλανδίας από την εποχή της Μεγάλης Πείνας. Ο πληθυσμός της Δημοκρατίας αυξήθηκε κατά 3,7 τοις εκατό, ή 169.724  σε απόλυτο αριθμό κατά τη διάρκεια των πέντε ετών 2011-2016, σύμφωνα με τις δοθείσες  πληροφορίες. Ο πληθυσμός του κράτους κατά το χρόνο της Απογραφής του 2011, ήταν 4.580.000. Οι  περισσότερες περιοχές της χώρας είδαν αύξηση του πληθυσμού. Αυτό ισχύει ιδίως σε τέσσερις διοικητικές περιοχές του Δουβλίνου, μαζί με κάποιες μεγάλες πόλεις, όπως το Cork και το  Galway.

Ο νέος συνολικός πληθυσμός σηματοδοτεί τα υψηλότερα νούμερα στα οποία έφτασαν οι νομοί που απαρτίζουν σήμερα τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας από την απογραφή του 1851, όταν ο συνολικός πληθυσμός ήταν 5.110.000. Δέκα χρόνια πριν από αυτό, το 1841, ήταν αισίως 6.530.000. Τα χρόνια της Μεγάλης Πείνας, είχαν καταστροφική συνέπεια στη χώρα, αφού ένα εκατομμύριο Ιρλανδοί άνθρωποι πεθαίνουν και περίπου άλλα δύο εκατομμύρια  τελικά θα μεταναστεύσουν. Τα κύματα της μετανάστευσης συνεχίστηκαν έως ότου  η Ιρλανδία έφτασε στο χαμηλότερο πληθυσμό της κατά τη διάρκεια της απογραφής του 1961: 2.820.000 κάτοικοι, πληθυσμό που όταν τον   προσθέσουμε στον πληθυσμό της Βόρειας Ιρλανδίας, έδινε ένα συνολικό πληθυσμό στο νησί το χαμηλότερο ποσό, των  4.245.000 κατοίκων. 

Μαζί με τις παραπάνω στατιστικές, ήρθαν στο φως της δημοσιότητας και κάποιες άλλες παράμετροι. Ο αριθμός των νοικοκυριών, για παράδειγμα, αυξήθηκε σε πάνω από 49.000, μια αύξηση δηλαδή της τάξης του 3%, ο αριθμός των κενών κατοικιών  μειώθηκε κατά 29.889 (13,8%) και ανέρχεται πλέον σε 259.562, ή 12,8%. Επιπλέον, ο αριθμός των παραθεριστικών κατοικιών αυξήθηκε οριακά μεταξύ 2011 και 2016, από 59.395 σε 61.204. Είναι ολοφάνερο ότι η χώρα ετούτη ξεπέρασε γρήγορα τον σκόπελο των μνημονίων και οδεύει καταφανώς προς ανάκαμψη. Είναι όμως κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι, η συρρίκνωση του πληθυσμού της και οι κοινωνικές πληγές που ήταν αποτέλεσμα της Μεγάλης Πείνας του 1845, η οποία σημειωτέον  διήρκεσε  για έξι χρόνια, έκαναν περισσότερο από εκατόν πενήντα χρόνια να επουλωθούν.

Οι καθ’ ύλη αρμόδιοι στη δική μας περίπτωση, έχουν ήδη κρούσει κάποιο λυπητερό  κώδωνα, αλλά ποιοι και πόσο τον ακούν;