Τρίτη 14 Αυγούστου 2012

Γεράσιμος Πιτσαμάνος.

γεννήθηκε στο Αργοστόλι στις 6 Μαρτίου του 1787[1]. Καταγόταν από οικογένεια η οποία είχε εγκατασταθεί, άγνωστο πότε ακριβώς στην Κρήτη. Ο ιερέας και ζωγράφος Κωνσταντίνος Πιτσαμάνος, απόγονος της οικογένειας, εγκαταστάθηκε στην Ζάκυνθο και το 1691 οικοδόμησε το ναό των Αγίων Αναργύρων. Ο Βικέντιος Πιτσαμάνος, ιερέας και ζωγράφος επίσης, ήταν απόγονος του προηγούμενου και πατέρας του Γεράσιμου Πιτσαμάνου. Από μικρή ηλικία έδειξε την κλίση του στη ζωγραφική καθώς είχε και πρώτο δάσκαλό του σε αυτήν τον πατέρα του. Επίσης μαθήτευσε κοντά και στον Νικόλαο Καντούνη. Το 1802 κατατάσσεται στον στρατό και το 1807 φτάνει στον βαθμό του λοχαγού του μηχανικού της Πολιτείας των Επτανήσων. Με την κατάληψή τους από τους Γάλλους, ο Πιτσαμάνος διορίζεται προϊστάμενος της τοπογραφικής υπηρεσίας, με έργο την χαρτογράφηση των Επτανήσων αλλά και των απέναντι ακτών της Ηπείρου.
Το 1809 ανέλαβε διπλωματική αποστολή και τον στέλνουν στον Αλή πασά. Την ίδια χρονιά τον Μάρτιο στέλνεται για μετεκπαίδευση πάνω στην αρχιτεκτονική και τη ζωγραφική στην Γαλλική Σχολή Καλών Τεχνών στην Ρώμη. Κατά τη διάρκεια των εκεί σπουδών του οι πρόοδοι που σημειώνει προκαλούν το θαυμασμό των συμπατριωτών του: η Ακαδημία του Αγίου Λουκά στη Ρώμη τον ανακηρύσσει επίτιμο μέλος της το 1812. Όταν το 1814 ολοκληρώνει τις σπουδές του επιστρέφει στα Επτάνησα και διορίζεται αρχιτέκτων- μηχανικός. Στις αρχές του 1815 και ετά την μεταβολή του καθεστώτος των Επτανήσων, μετέβη στο Παρίσι προκειμένου να συνεχίσει τις σπουδές του. Εκεί γνώρισε και συνδέθηκε με τον Αδαμάντιο Κοραή. Ο Κοραής προσπάθησε να τον πείσει, ανεπιτυχώς, να μεταβεί στην Χίο για να διδάξει τις Καλές τέχνες. Η αλλαγή του καθεστώτος στα Επτάνησα ύστερα από την λήξη των Ναπολεόντειων Πολέμων έχει σαν αποτέλεσμα να κληθεί από τους Άγγλους να διδάξει, το 1817, στην Ιόνιο Ακαδημία[2]. Το 1818 ξεκινά μια μεγάλη περιοδεία μαζί με τον στρατηγό Άνταμ στα Επτάνησα και σε διάφορες τουρκοκρατούμενες περιοχές: Πάτρα, Αθήνα, Θήβα, νησιά του Αιγαίου, είναι μερικοί από τους σταθμούς της περιοδείας του, και κατέληξε στην Κωνσταντινούπολη. Σε όλη τη διάρκειά του καταγράφει και σχεδιαζει μνημεία, αλλά και καθημερινούς ανθρώπους. Η άφιξή του στην Κωνσταντινούπολη το 1820, συνδέεται εκτός από την καταγραφή και σχεδίαση των μνημείων της και με την μύησή του στην Φιλική Εταιρία[3] Η φήμη του έφτασε μέχρι την Τσαρική αυλή και προσκαλείται να εργαστεί σε αυτήν ως αρχιτέκτονας από τον Ιωάννη Καποδίστρια. Κατά την περίοδο όπότε εργάστηκε εκεί προσβλήθηκε από κάποια ανίατη ασθένεια και φεύγει για την Ιταλία κι από εκεί για την Κέρκυρα όπου πέθανε τελικά στις 5 Δεκεμβρίου του 1825[4]

Δεν υπάρχουν σχόλια: