Κυριακή 18 Ιουλίου 2010

Να πολιτικοποιήσουμε την οργή μας

Η ΑΝΑΓΚΗ ΜΙΑΣ ΝΕΑΣ ΑΦΗΓΗΣΗΣ




Του
Σωτήρη Αθανασίου*
Από την εφημερίδα < Εποχή>.

Η έκταση και κυρίως η ένταση της νεοφιλελεύθερης πολιτικής κυβέρνησης - Ε.Ε. - Δ.Ν.Τ., δημιουργεί ευρύτερες κοινωνικές και πολιτικές ανακατατάξεις. Όσο η επίθεση στα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα κλιμακώνεται, τόσο αποκαλύπτεται μπροστά στα έκπληκτα μάτια των πολιτών μια μεγάλη αλήθεια: δεν πρόκειται για «λαθεμένη» πολιτική ή για «άστοχους κυβερνητικούς χειρισμούς» αλλά για συνειδητή επιλογή εξυπηρέτησης συγκεκριμένων ταξικών συμφερόντων. Αποκαλυπτική προς τούτο είναι η συνέντευξη του πρωθυπουργού στην «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία» στις 4/7/2010.1 Η πολύπλευρη κρίση και ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός των περισσότερων ευρωπαϊκών οικονομιών δεν είναι παρά το πρόσχημα για την αποδόμηση του ευρωπαϊκού κοινωνικού κράτους που αποτελεί καρπό μακροχρόνιων κοινωνικών αγώνων, οριοθετημένων πολιτικά από την συμπόρευση της ιστορικής σοσιαλδημοκρατίας με τα συνδικάτα.

Τα δύσκολα για την αριστερά

Η νεοφιλελεύθερη μετάλλαξη της ευρωπαϊκής και ελληνικής «μεταμοντέρνας» κεντροαριστεράς δημιουργεί αναμφίβολα κενό πολιτικής και κοινωνικής εκπροσώπησης κι εδώ αρχίζουν τα δύσκολα για την αριστερά και το συνδικαλιστικό κίνημα. Όσο η δικαιολογημένη λαϊκή οργή και αγανάκτηση αλλά και η γενικευμένη αμφισβήτηση του πολιτικού συστήματος δεν λαμβάνει συγκροτημένα πολιτικά χαρακτηριστικά, ελλοχεύει πάντα ο κίνδυνος να εκτονωθεί σε ανώδυνες για το σύστημα διεξόδους, ή ακόμη χειρότερα: να οδηγήσει σε ενδυνάμωση ακροδεξιών ή «Μπερλουσκονικών» εκδοχών.
Όταν η εγχώρια κοινωνική έκρηξη αναλώνεται σε ύβρεις και μούντζες μπροστά στη Βουλή, όταν το καθολικό αίτημα περιορίζεται στο να μπουν «τα λαμόγια φυλακή», τότε κάποιος πρέπει να μιλήσει για το ρόλο που έχει διαδραματίσει στη διεύρυνση του Δημόσιου χρέους ένα κλεπτοκρατικό κοινωνικό σύστημα. Και αυτό ακριβώς είναι σήμερα το ιστορικό καθήκον της ριζοσπαστικής αριστεράς: να αποκαλύψει τη διαλεκτική σχέση ανάμεσα στο δημόσιο χρέος της χώρας και τα εξωφρενικά κέρδη των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων. Να εξειδικεύσει μ’ άλλα λόγια τη ρήση του Κ. Βεργόπουλου πως «ότι είναι δημόσιο χρέος αποτελεί σε μεγάλο βαθμό ιδιωτικό πλεόνασμα». Να υποστηρίξει με παρρησία - έστω και αν αυτό ακούγεται αντι-δημοφιλές - πως δεν φθάνει απλώς «να μπουν οι κλέφτες φυλακή» ή να «φέρουν πίσω τα κλεμμένα» αλλά πως είναι επιτακτική ανάγκη, να θέσουμε ξανά «τους ανθρώπους πάνω απ’ τα κέρδη», αναζητώντας και διεκδικώντας εναλλακτικές μορφές κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης, μακριά από τις αυταπάτες των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων σε εθνικό ή ευρωπαϊκό επίπεδο.

Τα ελλείμματα και η στάση
της αριστεράς

Ας πάρουμε για παράδειγμα τα υπαρκτά ελλείμματα των Ταμείων, που η κυβέρνηση χρησιμοποιεί προσχηματικά για να ξηλώσει κατακτήσεις ενός αιώνα. Η πολιτική και συνδικαλιστική αριστερά πρέπει να πει καθαρά πως δεν αρκεί να περάσουν τις πύλες του Κορυδαλλού όσοι έβγαλαν δις ευρώ από τα δομημένα ομόλογα των Ασφαλιστικών Ταμείων. Χρειάζεται πρωτίστως να κτυπηθεί στη ρίζα της η αντίληψη και το νομικό πλαίσιο που διαχρονικά νομιμοποιεί τη χρηματιστηριακή διαχείριση των αποθεματικών των Ταμείων με κερδοσκοπικούς όρους, την ίδια ακριβώς ώρα που το Κράτος αποσύρεται από τις συνταγματικά κατοχυρωμένες υποχρεώσεις του να εγγυάται τις συντάξεις και να χρηματοδοτεί το σύστημα.
Επιπρόσθετα, είναι ανάγκη να επαναχαραχθεί η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σ’ ένα αναδιανεμητικό και Δημόσιο ασφαλιστικό σύστημα που στηρίζεται στην τριμερή χρηματοδότηση κράτους – εργοδοτών – εργαζομένων και σ’ ένα κεφαλαιοποιητικό και αποκλειστικά ανταποδοτικό σύστημα «τριών πυλώνων» που καθιστά αναπόφευκτη την προσφυγή στην ιδιωτική Ασφάλιση, για όσους βέβαια αντέχουν το βάρος πρόσθετων ιδιωτικών ασφαλίστρων. Οι υπόλοιποι θα πρέπει να περιοριστούν σε πενιχρές συντάξεις, δίκην επιδομάτων πτωχοκομείου.
Είναι προφανές πως αν δεν ξεκινήσουμε απ’ την παραδοχή πως το έλλειμμα της κοινωνικής ασφάλισης δεν είναι πρόβλημα παροχών αλλά ζήτημα ανεύρεσης νέων πόρων, τότε θα εμπλακούμε σε μια ατέρμονη και καλά μεθοδευμένη ρητορική των συστημικών ΜΜΕ. Σύμφωνα μ’ αυτήν, άλλοτε φταίνε τα «προνόμια των συντεχνιών», άλλοτε το «σπάταλο και διεφθαρμένο κράτος», αλλά ποτέ δεν ευθύνεται η άτοκη καταλήστευση των αποθεματικών από την Τράπεζα της Ελλάδος, η μείωση της κρατικής χρηματοδότησης, η ανεργία, οι ελαστικές εργασιακές σχέσεις, οι χαριστικές ρυθμίσεις που κάθε τόσο διαγράφουν χρέη ή μειώνουν εργοδοτικές εισφορές, η θεσμοθετημένη, «νόμιμη» εισφοροδιαφυγή και φοροδιαφυγή, η «μαύρη», ανασφάλιστη εργασία, η μείωση μισθών και συντάξεων. Δηλαδή, όλα εκείνα που στερούν απ’ το Ασφαλιστικό σύστημα το οξυγόνο του: τους αναγκαίους πόρους που εγγυώνται τη βιωσιμότητά του.

Πάλη για ανατροπή

Εν τέλει, το κύριο πρόβλημα της χώρας δεν είναι τόσο το δημοσιονομικό όσο το παραγωγικό της έλλειμμα και από την άποψη αυτή η αναπτυξιακή ώθηση και η συνακόλουθη αύξηση της απασχόλησης θέτουν ως προαπαιτούμενο τη συγκρότηση ενός σύγχρονου, ριζικά διαφορετικού Δημόσιου τομέα που θα μπορέσει να εγγυηθεί την έξοδο από την ύφεση με επέκταση του Προγράμματος Δημοσίων επενδύσεων, ιδίως στον τομέα των κοινωνικών υποδομών, με κοινωνικό έλεγχο του χρηματοπιστωτικού συστήματος, με διεύρυνση και όχι συρρίκνωση του Κοινωνικού Κράτους , με προστασία και όχι ξεπούλημα και ιδιωτικοποίηση της δημόσιας περιουσίας. Όλα τούτα όμως προϋποθέτουν την ανατροπή του αποικιοκρατικού Μνημονίου, την αποδέσμευση της χώρας από τον λεγόμενο «Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης» και τη μέγγενη του Δ.Ν.Τ. Καθώς όμως η ανάγκη εξυπηρέτησης του Δημόσιου χρέους αποτελεί όρο για την επιβίωση της χώρας, είναι πρακτικώς αδύνατον να βαδίσουμε σε αυτόν το δρόμο χωρίς επαναδιαπραγμάτευση του χρέους που σ’ ένα μεγάλο βαθμό είναι προϊόν τοκογλυφικών τραπεζικών επιτοκίων, των -όχι μόνον λόγω διαφθοράς- υπερ-τιμολογημένων δημοσίων έργων και προμηθειών, αλλά και των υπέρογκων εξοπλιστικών προγραμμάτων.
Ποιος όμως θα εγγράψει στις υποθήκες της ιστορίας μια νέα αφήγηση που θα νοηματοδοτεί τη δράση των κοινωνικών κινημάτων αν δεν το κάνει η ριζοσπαστική αριστερά;
Ποια άλλη πολιτική δύναμη εκτός της αριστεράς μπορεί να ξαναπιάσει απ’ την αρχή το νήμα ενός ανεκπλήρωτου οράματος που στοιχειοθετείται από λέξεις με αξιακό φορτίο σαν αυτές που μιλούν για «σοσιαλιστικό μετασχηματισμό», «κοινωνική απελευθέρωση» και «κοινωνική δικαιοσύνη»;
Ποια αριστερά όμως; Σίγουρα όχι, αυτή που ομφαλοσκοπεί, εγκλωβισμένη στον εσωτερικό της μικρόκοσμο ή εκείνη που περιχαρακώνεται στα ασφαλή τείχη των δογματικών της βεβαιοτήτων.

Σημείωση:
1. «…Βρεθήκαμε μπροστά στο ιστορικό δίλημμα: σωτηρία ή χρεοκοπία; Επιλέξαμε το δύσκολο δρόμο -να σώσουμε πάση θυσία την Ελλάδα. Και δεν θα απολογηθούμε γι’ αυτό… Το δίλημμα με το οποίο βρισκόμαστε όλοι οι Έλληνες αντιμέτωποι δεν είναι «ναι ή όχι στο μνημόνιο»… Είναι το δίλημμα «Πραγματική αλλαγή ή όχι;»…Η δική μας απόφαση είναι οριστική και αμετάκλητη: Είναι η ώρα της μεγάλης, της πραγματικής αλλαγής. Και αυτό δεν απέχει καθόλου από τη βασική προεκλογική μας υπόσχεση…»

* Ο Σωτήρης Αθανασίου είναι μέλος του Δ.Σ. του Συλλόγου Υπαλλήλων Ασφαλιστικών Ταμείων (Σ.Υ.Α.Τ.). Παραιτήθηκε από μέλος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. το Μάιο.
κορυφή

Δεν υπάρχουν σχόλια: