Η ιστορία της Ακροναυπλίας ακολουθεί την ιστορική τύχη του Ναυπλίου που περιήλθε στους Ρωμαίους, τους Βυζαντινούς, τους Φράγκους, τους Ενετούς και τους Τούρκους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, μέχρι την απελευθέρωση της Ελλάδας. Συγκεκριμένα οι Ενετοί είχαν προβεί σε συστηματική νέα οχύρωση σύμφωνα με το νέο οχυρωματικό καθεστώς που είχε επιβάλει η ανακάλυψη της πυρίτιδας και η παράλληλη χρήση των πυροβόλων όπλων. Έτσι το 1502 επαύξησαν την οχύρωση με την κατασκευή του βορειοανατολικού πύργου που βλέπει προς το Παλαμήδι καθώς και τον αυτοτελή προμαχώνα στη δυτική πλευρά προς τον κόλπο στον οποίο και τοποθέτησαν πέντε μεγάλα ισομεγέθη πυροβόλα (κανόνια) τα λεγόμενα τότε «πέντε αδέλφια», εξ ου και η τότε ονομασία «κάστρο πέντε αδέλφια».
Το 1540 το Ναύπλιο καταλήφθηκε από τους Τούρκους οι οποίοι ενίσχυσαν περισσότερο την οχύρωση της Ακροναυπλίας με μεγαλύτερα κανόνια ονομάζοντάς την Ιτς-Καλέ (= εσωτερικό κάστρο). Το 1686 ακολουθεί δεύτερη ενετική κυριαρχία του Ναυπλίου και αυτής το 1715 δεύτερη τουρκική κυριαρχία. Σ΄ αυτή την περίοδο οι Τούρκοι ενισχύουν το Ιτς-Καλέ και το Παλαμήδι με 400 κανόνια, εκ των οποίων τα 84 ήταν των 64 λιβρών έκαστο. Τις παραμονές της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 οι Τούρκοι συνέχιζαν τις επισκευές και νέες κατασκευές του κάστρου.
Τη νύκτα της 30ης Νοεμβρίου του 1822 οι Έλληνες υπό τον Στάικο Σταϊκόπουλο καταλαμβάνουν το Παλαμήδι και με τα κανόνια αυτού άρχισαν να κανονιοβολούν την Ακροναυπλία. Στις 3 Δεκεμβρίου (μόλις 3 ημέρες μετά) οι Τούρκοι ααγκάσθηκαν και παρέδωσαν το κάστρο στον τότε αρχιστράτηγο Θεόδωρο Κολοκοτρώνη ο οποίος υψώνει στις επάλξεις τη σημαία της ελευθερίας και τοποθετεί πρώτο φρούραρχο του κάστρου τον Σπετσιώτη Αναστάσιο Κουτρουμπή. Δυστυχώς όμως η ελληνική φαγωμάρα που ξέσπασε το 1824 συνέπεια της οποίας ήταν η σύλληψη του Κολοκοτρώνη και φυλάκισή του στην Ύδρα οδήγησε την τότε κυβέρνηση στην αλλαγή του φρουράρχου τοποθετώντας τον έμπιστο αυτής Νάσο Φωτομάρα. Το 1828 όταν ανέλαβε ο Ιωάννης Καποδίστριας αρχιφρούραρχος των Φρουρίων του Ναυπλίου ανέλαβε ο συνταγματάρχης Κ. Έϋδεκ ο οποίος με τη σειρά του παραχώρησε τη φρουραρχία της Ακροναυπλίας σε 50 Σπετσιώτες υπό τον Καπετάν Νικόλαο Γουδή.
Την εποχή εκείνη ο Κυβερνήτης αντιλαμβανόμενος την αξία του φρουρίου φρόντισε για τον καθαρισμό του από τους σωρούς των ερειπίων και ανοικοδόμησε όλα τα τμήματα που είχαν υποστεί φθορές όπως και του κανονιοστασίου που είχε ολοσχερώς γκρεμιστεί. Επίσης ίδρυσε εντός του χώρου στρατιωτικό νοσοκομείο καθώς και ένα μικρό ναό πλησίον αυτού.
Κατά την βασιλεία του Όθωνα ο βαυαρικός στρατός που ανέλαβε τη φρούρηση του Ναυπλίου συμπλήρωσε τις επισκευές των οχυρωμάτων, την ανέγερση στρατιωτικών αποθηκών και τελειοποίησε τις εγκαταστάσεις του στρατιωτικού νοσοκομείου. Μετά την μεταφορά της πρωτεύουσας από το Ναύπλιο στην Αθήνα ο Όθωνας διέταξε τον Ιούλιο του 1835 την γενική επισκευή όλων των οχυρωματικών έργων και των προμαχώνων της Ακροναυπλίας (Ιτς-Καλέ) , καθώς και τον εξοπλισμό με νέα πυροβόλα.
Κατά τη βασιλεία του Γεωργίου του Α΄ μέσα στο φρούριο αυτό κτίσθηκαν μεγάλοι στρατώνες πεζικού, στρατιωτικές φυλακές καθώς και μεγάλες υπόγειες δεξαμενές συλλογής ομβρίων υδάτων. Την εποχή εκείνη η Ακροναυπλία αποτελούσε το κέντρο στρατωνισμού όλων των στρατιωτών της Πελοποννήσου.
Επί βασιλείας των Κωνσταντίνου του Α΄ και Αλεξάνδρου του Α΄ οι στρατιωτικές πλέον φυλακές της Ακροναυπλίας άρχισαν σιγά σιγά να ευπρεπίζονται σύμφωνα με τα νεότερα σωφρονιστικά συστήματα και με απασχόληση των καταδίκων σε επαγγελματικές δραστηριότητες συγκροτώντας διάφορα συνεργεία π.χ. ξυλουργών, υποδηματοποιών κ.λπ.
Στη περίοδο της δικτατορίας του Ι. Μεταξά στις στρατιωτιές φυλακές της Ακροναυπλίας στέλνονταν οι πολιτικοί αντίπαλοι του καθεστώτος. Τον αυτό χαρακτήρα διατήρησε και κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής αλλά και λίγο μετά, όταν ο Αντιβασιλέας Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός λήξαντος του πολέμου επανέφερε σε ισχύ τα διαρκή στρατοδικεία.
Τέλος επί βασιλείας Παύλου του Α΄ διατάχθηκε το οριστικό κλείσιμο των φυλακών της Ακροναυπλίας όπου ακολούθησε το γκρέμισμα αυτών και στη θέση του ανοικοδομήθηκε μεγάλη ξενοδοχειακή μονάδα. Πηγή : << Βικιπαιδεία >>.
Το Μπούρτζι έτσι όπως φαίνεται, από την Ακροναυπλία.
Το Μπούρτζι ή «Καστέλι» κατά τους Ενετούς, ή «θαλασσόπυργος» κατά τον Αγώνα του 1821, είναι μικρή νησίδα μπροστά στο λιμένα του Ναυπλίου, ακριβώς απέναντι από το επάκτιο πυροβολείο των «Πέντ΄ - Αδερφιών», καλυπτόμενη πλήρως από παλαιό ενετικό Φρούριο στο οποίο οφείλει και το όνομά της.
Το Φρούριο αυτό αναγέρθηκε από τους Ενετούς μετά την αποχώρηση του Μαχμούτ Πασά το 1473, εφοδιάζοντάς το με νεώτερα πυροβόλα. Το 1502 μεταβάλλοντας οι Ενετοί με οχυρώσεις τη ΝΔ πλευρά της Ακροναυπλίας σε αυτοτελή προμαχώνα με επάλξεις («Πέντε Αδέρφια»), συνέδεσαν αυτόν με τεχνητό βραχίονα από ογκόλιθους στον οποίο και πρόσδεναν αλυσίδα που έφθανε μέχρι το Μπούρτζι για τη προφύλαξη του λιμένα και της πόλης. Εξ ου και το όνομα «Λιμένας της Αλύσου».
Μετά τη συνθήκη του Κάρλοβιτς (1698) οι Ενετοί ανήγειραν στη νησίδα ισχυρότατο Πύργο και προμαχώνες με πυροβόλα δημιουργώντας έτσι το γνωστό Φρούριο που δεσπόζει σήμερα την είσοδο του λιμένα του Ναυπλίου.
Στην αμέσως μετέπειτα δεκαετία, κατά τις αιματηρές ελληνικές εμφύλιες εχθροπραξίες (1823 – 1833), δύο φορές αναγκάσθηκε η τότε κυβέρνηση να καταφύγει στο Μπούρτζι για την ασφάλειά της, στις 25 Μαΐου του 1824 και στις 2 Ιουλίου του 1827.
Μετά την έλευση του Βασιλέως Γεωργίου του Α’ και κατ΄ εντολή του, το 1865 το Μπούρτζι αφοπλίστηκε και κατέστη τόπος διαμονής του δημίου της γκιλοτίνας.
Τέλος με τη δημιουργία του Οργανισμού Τουρισμού το Μπούρτζι μετατράπηκε σε τουριστικό κέντρο (ξενοδοχείο και εστιατόριο) λειτουργώντας με εκμίσθωση σε ιδιώτη επιχειρηματία.
Πηγή: << Βικιπαιδεία >>.
Μπαρμπαροσυκιές στην Ακροναυλία. Χρησίμευαν σαν φυσικό ανάχωμα, κατά των εισβολέων.
Μνημείο αφιερωμένο, σε όσους μαρτύρησαν στην Ακροναυπλία.
Άποψη της παλιάς πόλης του Ναυπλίου, Το κτήριο με τον τρούλο, είναι το παλιό τζαμί της πόλης. Έκεί έγινε η δίκη του Κολοκοτρώνη και Πλαπούτα, επί βασιλείας του Όθωνα. Σήμερα ο Δήμος Ναυπλίου, το έχει μετατρέψει σε Δημοτικό Θέατρο με το όνομα << Τριανόν >>.Φτάνοντας κανείς στην άκρη αυτής της στοάς, αντικρίζει ένα γκρεμό περίπου 400 μέτρα.
Όταν σήμαινε η καμπάνα... κάτι κακό είχε συμβεί!
Η παραλία της << Αρβανιτιάς>>.Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, η περιοχή της Αρβανιτιάς πήρε το όνομά της από τη μεγάλη σφαγή των Αλβανών το 1779. Οι Αλβανοί μισθοφόροι που είχαν εγκατασταθεί στην περιοχή με προτροπή των Τούρκων για να αντιμετωπίσουν τους Ελληνες έγιναν κατόπιν ανεπιθύμητοι. Λέγεται ότι ο Καπετάν Πασάς τους ανέβασε με δόλο στο Παλαμήδι και από τον προμαχώνα Θεμιστοκλή τους γκρέμισε στη θάλασσα. Η πραγματικότητα όμως είναι διαφορετική: ήδη από τα χρόνια της πρώτης Ενετοκρατίας, στην περιοχή κατοικούσαν Αλβανοί, που έδωσαν το όνομα Αρβανιτιά σ' αυτό το κομμάτι της πόλης, που βρισκόταν εκτός των τειχών και ανατολικά της Πύλης της Ξηράς.Πηγή: Εφημερίδα << Έθνος >>.
Το ρολόι της Ακροναυπλίας.
Η Ακροναυπλία έτσι όπως φαίνεται από το Παλαμήδι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου