«Όσο για το δικό μου Πάσχα… Ανήμερα φτάσαμε στην Αλεξάνδρεια. Πρώτη φορά που λυπόμουνα γιατί ταξιδεύω. Δε μας έλειπε τίποτε από το τραπέζι. Μονάχα το κέφι. Πάλι , για πρώτη φορά στη ζωή μου στεναχωρήθηκα με τις αισχρές ιστορίες που συνηθίζουνε οι ναυτικοί στο τραπέζι. Ήθελα να ΄μουνα στην Αθήνα να πάμε μαζί βόλτα στις εκκλησιές. Είχα ένα κέφι για κλάματα…».
Γράμματα μιας ζωής. Γράμματα από το στρατό. Γράμματα από το Αλβανικό Μέτωπο. Γράμματα από λιμάνια και θάλασσες: Κάρντιφ, Μασσαλία, Τζένοβα, Αλεξάνδρεια, Βηρυτός, Άντεν, Περσικός, Ινδικός, Κολόμπο, Κεϋλάνη, Χονγκ Κονγκ, Μελβούρνη. Γράμματα νοσταλγίας και γράμματα σαρκασμού.
Oγδονταδύο επιστολές και καρτ ποστάλ από το 1935 έως το 1965 που έστειλε ο ασυρματιστής Νίκος Καββαδίας, «ασυρματιστής» μιας ξεχωριστής ποίησης, στην αδελφή του και στην ανιψιά του , παραδίδονται στη δημοσιότητα , με ένα βιβλίο 195 σελίδων που κυκλοφόρησαν αυτές τις μέρες οι εκδόσεις Άγρα. Τίτλος: « Νίκος Καββαδίας. Γράμματα στην αδελφή του Τζένια και στην Έλγκα»
Κομμάτια της ψυχής του χαραγμένα στο χαρτί. Εξομολογήσεις για τις πρώτες γραφές των ποιημάτων του. Ερωτήσεις για την υγεία της μητέρας, συγγενών , ηθοποιών, φίλων του λογοτεχνών και … «εχθρών». Ανταποκρίσεις για περιπέτειες και γυναίκες. Περιγραφή τόπων εξωτικών. Προαναγγελίες για τα σπάνια δώρα στην οικογένεια.
Ένας τρυφερός Καββαδίας με την ανιψιά του και ένας ενοχικός με τον εαυτό του. Ύφος ενός κοινού ναυτικού στο μπάρκο, που γράφει για τα απλά και καθημερινά της βάρδιας και παράλληλα μικροί πίδακες ποιητικοί που προοιωνίζονται τα κατοπινά αριστουργήματα. Ενδεικτικό το γνωστό ποίημά του «Εφτά σε παίρνει αριστερά, μην το ζορίζεις», που παραθέτει σε γράμμα προς την αγαπημένη του ανιψιά, σημειώνοντας στο τέλος : «το Ατινάκι θα σου εξηγήσει τους ναυτικούς όρους».
Η Έλγκα Καββαδία στον πρόλογο του βιβλίου εξηγεί ότι δεν υπάρχει αλληλογραφία των τελευταίων χρόνων της ζωής του, γιατί ταξίδευε στη Μεσόγειο θέλοντας να κάνει το χατίρι τους, να τον βλέπουν κάθε βδομάδα. «Τα γράμματα δείχνουν το χαρακτήρα του» τονίζει, σημειώνοντας τη φράση που έλεγε στον αποχωρισμό: «ο χωρισμός ματώνει». Αλλά ο Καββαδίας ποτέ δεν αρνιόταν το χωρισμό…
Μια ανθολόγηση από τα γράμματα φανερώνουν τη ματιά του ποιητή :
«Γύρω σφυρίζουν, κλαίνε θα μπορούσε να πει κανείς , τα καραβοφάναρα…»
«Ξέρω πόσο σας έχω βασανίσει. Θα προσπαθήσω στο μέλλον να σας κάμω να ξεχάσετε όλοι σας , περισσότερο εσύ, τα κακά που σας έχω κάμει!».
«Oι μέρες περνάνε μονότονες, πότε σκοπός, πότε θαλαμοφύλακας η φρουρά».
«Προχθές είχα ένα γράμμα σου από τις 29 Δεκεμβρίου κι ένα τις 2 Ιανουαρίου. Με το χθεσινό ταχυδρομείο δεν είχα. Και ζηλεύω τους άλλους που έχουν».
«Εκτός από σας δε θυμάμαι κανέναν -εκτός από τον Καραβία-και δε θέλω να θυμάμαι κανέναν».
«Είμαι δειλός και δεμένος με τα πράγματα και τους ανθρώπους μου περισσότερο απ ΄όλους σας».
«Νοσταλγώ τη στεριά γιατί την κατοικείται… Δεν αλλάζω με τίποτε τη θάλασσα και την τρικυμία της».
«Τον κάθε τόπο τον αγάπησα πάντα για τη μυρωδιά του».
«Η κάμαρά μου βουίζει. Ιουδήθ… είσαι δίπλα μου… Χθες τη νύχτα σε αγάπησα για μιαν ώρα. Τώρα φύγε. Πάρε μαζί και τα μυρωδικά της φυλής σου…»
Και ένα απόσπασμα -εξομολόγηση μιας δικής του αντίληψης για την θρησκευτική πίστη:
«Είναι η στιγμή που οι Άραβες και οι Πέρσες εργάτες του καραβιού μας προσεύχονται. Ποτέ μου δεν είδα εξαντλητικότερη προσευχή. Εκατό μισόγυμνα κορμιά σε διάφορες στάσεις , πάνω στ΄ αμπάρια, στη γέφυρα, στο κατάστρωμα. Έτσι τους παίρνει ο ύπνος. Στέκομαι και προσεύχομαι. Ποτέ μου δεν πίστεψα σ΄ ένα θεό!».
O Καββαδίας γεννήθηκε το 1910 στην Μαντζουρία και πέθανε το 1975 στην Αθήνα. Ποιητής και πεζογράφος με μικρό πεζογραφικό έργο και με προσωπικό ύφος στα ποιητικά του ταξίδια . Η οικογένειά του εγκαταστάθηκε για ένα διάστημα στο στον τόπο καταγωγής του , το Αργοστόλι και μετά στον Πειραιά. Συνέδεσε τη ζωή του και το έργο του με τη θάλασσα. Έργα του «Μαραμπού», «Πούσι», «Τραβέρσο» (ποιήματα), «Βάρδια» (πεζό).΄
Η έκδοση με τα «Γράμματα», ουσιαστικά, είναι και αυτή ένα ποιητικό βιβλίο.
KEFALONIAN MANTATA
Γράμματα μιας ζωής. Γράμματα από το στρατό. Γράμματα από το Αλβανικό Μέτωπο. Γράμματα από λιμάνια και θάλασσες: Κάρντιφ, Μασσαλία, Τζένοβα, Αλεξάνδρεια, Βηρυτός, Άντεν, Περσικός, Ινδικός, Κολόμπο, Κεϋλάνη, Χονγκ Κονγκ, Μελβούρνη. Γράμματα νοσταλγίας και γράμματα σαρκασμού.
Oγδονταδύο επιστολές και καρτ ποστάλ από το 1935 έως το 1965 που έστειλε ο ασυρματιστής Νίκος Καββαδίας, «ασυρματιστής» μιας ξεχωριστής ποίησης, στην αδελφή του και στην ανιψιά του , παραδίδονται στη δημοσιότητα , με ένα βιβλίο 195 σελίδων που κυκλοφόρησαν αυτές τις μέρες οι εκδόσεις Άγρα. Τίτλος: « Νίκος Καββαδίας. Γράμματα στην αδελφή του Τζένια και στην Έλγκα»
Κομμάτια της ψυχής του χαραγμένα στο χαρτί. Εξομολογήσεις για τις πρώτες γραφές των ποιημάτων του. Ερωτήσεις για την υγεία της μητέρας, συγγενών , ηθοποιών, φίλων του λογοτεχνών και … «εχθρών». Ανταποκρίσεις για περιπέτειες και γυναίκες. Περιγραφή τόπων εξωτικών. Προαναγγελίες για τα σπάνια δώρα στην οικογένεια.
Ένας τρυφερός Καββαδίας με την ανιψιά του και ένας ενοχικός με τον εαυτό του. Ύφος ενός κοινού ναυτικού στο μπάρκο, που γράφει για τα απλά και καθημερινά της βάρδιας και παράλληλα μικροί πίδακες ποιητικοί που προοιωνίζονται τα κατοπινά αριστουργήματα. Ενδεικτικό το γνωστό ποίημά του «Εφτά σε παίρνει αριστερά, μην το ζορίζεις», που παραθέτει σε γράμμα προς την αγαπημένη του ανιψιά, σημειώνοντας στο τέλος : «το Ατινάκι θα σου εξηγήσει τους ναυτικούς όρους».
Η Έλγκα Καββαδία στον πρόλογο του βιβλίου εξηγεί ότι δεν υπάρχει αλληλογραφία των τελευταίων χρόνων της ζωής του, γιατί ταξίδευε στη Μεσόγειο θέλοντας να κάνει το χατίρι τους, να τον βλέπουν κάθε βδομάδα. «Τα γράμματα δείχνουν το χαρακτήρα του» τονίζει, σημειώνοντας τη φράση που έλεγε στον αποχωρισμό: «ο χωρισμός ματώνει». Αλλά ο Καββαδίας ποτέ δεν αρνιόταν το χωρισμό…
Μια ανθολόγηση από τα γράμματα φανερώνουν τη ματιά του ποιητή :
«Γύρω σφυρίζουν, κλαίνε θα μπορούσε να πει κανείς , τα καραβοφάναρα…»
«Ξέρω πόσο σας έχω βασανίσει. Θα προσπαθήσω στο μέλλον να σας κάμω να ξεχάσετε όλοι σας , περισσότερο εσύ, τα κακά που σας έχω κάμει!».
«Oι μέρες περνάνε μονότονες, πότε σκοπός, πότε θαλαμοφύλακας η φρουρά».
«Προχθές είχα ένα γράμμα σου από τις 29 Δεκεμβρίου κι ένα τις 2 Ιανουαρίου. Με το χθεσινό ταχυδρομείο δεν είχα. Και ζηλεύω τους άλλους που έχουν».
«Εκτός από σας δε θυμάμαι κανέναν -εκτός από τον Καραβία-και δε θέλω να θυμάμαι κανέναν».
«Είμαι δειλός και δεμένος με τα πράγματα και τους ανθρώπους μου περισσότερο απ ΄όλους σας».
«Νοσταλγώ τη στεριά γιατί την κατοικείται… Δεν αλλάζω με τίποτε τη θάλασσα και την τρικυμία της».
«Τον κάθε τόπο τον αγάπησα πάντα για τη μυρωδιά του».
«Η κάμαρά μου βουίζει. Ιουδήθ… είσαι δίπλα μου… Χθες τη νύχτα σε αγάπησα για μιαν ώρα. Τώρα φύγε. Πάρε μαζί και τα μυρωδικά της φυλής σου…»
Και ένα απόσπασμα -εξομολόγηση μιας δικής του αντίληψης για την θρησκευτική πίστη:
«Είναι η στιγμή που οι Άραβες και οι Πέρσες εργάτες του καραβιού μας προσεύχονται. Ποτέ μου δεν είδα εξαντλητικότερη προσευχή. Εκατό μισόγυμνα κορμιά σε διάφορες στάσεις , πάνω στ΄ αμπάρια, στη γέφυρα, στο κατάστρωμα. Έτσι τους παίρνει ο ύπνος. Στέκομαι και προσεύχομαι. Ποτέ μου δεν πίστεψα σ΄ ένα θεό!».
O Καββαδίας γεννήθηκε το 1910 στην Μαντζουρία και πέθανε το 1975 στην Αθήνα. Ποιητής και πεζογράφος με μικρό πεζογραφικό έργο και με προσωπικό ύφος στα ποιητικά του ταξίδια . Η οικογένειά του εγκαταστάθηκε για ένα διάστημα στο στον τόπο καταγωγής του , το Αργοστόλι και μετά στον Πειραιά. Συνέδεσε τη ζωή του και το έργο του με τη θάλασσα. Έργα του «Μαραμπού», «Πούσι», «Τραβέρσο» (ποιήματα), «Βάρδια» (πεζό).΄
Η έκδοση με τα «Γράμματα», ουσιαστικά, είναι και αυτή ένα ποιητικό βιβλίο.
KEFALONIAN MANTATA
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου