Πέμπτη 9 Φεβρουαρίου 2012

«ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΔΑΣΚΑΛΟΥ ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΕΤΑΙ» ΕΜΕΙΣ ΤΟ ΕΦΑΡΜΟΖΟΥΜΕ ΚΥΡΙΟΛΕΚΤΙΚΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΓΡΑΜΜΑ

Με αφορμή τις αντιδράσεις που υπάρχουν για την επιστημονική έρευνα που γίνεται στα Σχολεία του Αργοστολίου, Δημοτικά και Γυμνάσια. 
Από την εκπομπή της Σοφίας Αράβου –Παπαδάτου «Υγεία είναι όλα» Τρίτη 7-5-12 από το Cosmos 965 FM, (κάθε Τρίτη 4-5 μμ) 

Παρακολουθώντας τις ενημερωτικές συναντήσεις της υποψήφιας διδάκτορα και ερευνήτριας Β. Λεβεντάκου, βλέπω να σκιαγραφείται μπροστά μας ένα έργο γνώμης, όπως λέμε στην Κοινωνική Ψυχολογία, που θα προσπαθήσω με αδρές γραμμές να περιγράψω. Να διευκρινίσω αρχικά ότι η Κοινωνική Ψυχολογία είναι εκτός των άλλων, η σύγκρουση του ατόμου με την κοινωνία, η ανάδυση της καινοτομίας, ο συντηρητισμός, η περιγραφή στάσεων, η σκιαγράφηση  των κοινωνικών διακρίσεων, η μελέτη των κοινωνικών ανισοτήτων, η προβολή των διομαδικών σχέσεων, η ιδεολογία, η επιρροή κ.α. Κάθε φαινόμενο το αναλύουμε μέσα από τέσσερα επίπεδα, το ενδοατομικό, το διατομικό, το διομαδικό και το ιδεολογικό-αναπαραστασιακό. Η άποψή μου, μέσα από την εμπειρία πεδίου όπως λέμε την κοντινή προσέγγιση, αλλά και μέσα από τις δημοσιεύσεις στον τύπο,  είναι ότι αυτή η αντιπαράθεση, παρά το γεγονός ότι ουσιαστικά στρέφεται ενάντια στο έργο της κ. Λεβεντάκου, έχει βαθύτερες ιδεολογικές ρίζες.  
Οι γονείς αντιδρούν γιατί πιστεύουν, με υιοθέτηση ερευνητικής κουλτούρας του μεσοπολέμου, ότι τα δεδομένα των παιδιών τους θα χρησιμοποιηθούν για κατάταξη και κοινωνική κατηγοριοποίηση μελλοντικών επιθετικών και καταθλιπτικών εφήβων. Δεν κατανοούν ή δεν θέλουν να κατανοήσουν την προληπτική αξία της έρευνας, που μπορεί να αποτρέψει με κοινωνιογνωστικές μεθόδους και όχι με φάρμακα, την εμφάνιση σωματικής ή ψυχικής ασθένειας. Σύλλογοι γονέων μιλάνε επίσης για την οικονομική κρίση, για τα φτωχά παιδιά που δεν έχουν να φάνε και εμείς τους ζητάμε να συμμετέχουν σε «πολυτελείς» έρευνες. Άσχετο δηλαδή, διότι τα χαμηλά κοινωνικοοικονομικά στρώματα εμφανίζουν υψηλότερα επίπεδα στρες και επομένως χρειάζονται περισσότερο την προληπτική αντιμετώπιση. Ακόμα και αυτό, θεωρούν ότι θα χρησιμοποιηθεί ρατσιστικά. 
Οι δάσκαλοι, με λίγες εξαιρέσεις, προβάλλουν ανάλογες αντιρρήσεις, δίνοντας ανάστροφες ερμηνείες, σαν είδωλο παραμορφωτικού καθρέφτη. Μιλάνε επίσης για κοινωνικές διακρίσεις, για βιολογικοποίηση και ιατρικοποίηση του στρες με παράκαμψη των κοινωνικών παραμέτρων, ενώ συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Η ερευνήτρια ανιχνεύει τους κοινωνικούς παράγοντες που μπορεί να αυξήσουν κάποιους δείκτες ανίχνευσης του στρες, ώστε να μας κρούσει των κώδωνα του κινδύνου, και όχι ατομικά, αλλά συλλογικά, εφόσον η έρευνα γίνεται ανώνυμα και με εθελοντική συμμετοχή, όπως όλες οι έρευνες εξάλλου. 
Οι καθηγητές κατέχουν την κορωνίδα της παραπληροφόρησης, αφού μιλάνε για έρευνα DNA, χωρίς να συμβαίνει κάτι τέτοιο. Παρατηρούμε μία προπολεμική παλινδρόμηση και προσκόλληση στην ευγονική του Εθνικοσοσιαλιστικού Χιτλερισμού, που ξεχώριζε την Αρεία Φυλή από τους πληβείους. 
Μία ομάδα σχετικών επιστημόνων (Ψυχολόγος, Κοινωνιολόγος, Κοινωνική Λειτουργός) δημοσίευσαν άρθρο και μιλάνε για την κερδοσκοπική σύνδεση των Φαρμακευτικών Εταιρειών με τις  έρευνες στην Ιατρική και τη διαπλοκή με τον πολιτικό χώρο, όπως έγινε με τον ρεπουμπλικάνο Μπους στην Αμερική.  Πήρε πολλά χρήματα για την προεκλογική του εκστρατεία επιτρέποντας τη χορήγηση φαρμάκων στα σχολεία, για τον έλεγχο της συμπεριφοράς. 
Σε γενικές γραμμές παρατηρούμε από τις δημοσιεύσεις του συλλόγου γονέων και διδασκάλων στις Κεραμιές και του συλλόγου των καθηγητών ΕΛΜΕ-ΚΙ, καθώς και των σχετικών επιστημόνων,  μία πριμοδότηση των ακραίων αρνητικών διπλότυπων στο έργο γνώμης και με έμφαση στο ιδεολογικό επίπεδο. Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό, αρκεί να περνάει τουλάχιστον από το μυαλό μας ότι υπάρχουν και άλλα στοιχεία των τεσσάρων κοινωνιοψυχολογικών επιπέδων, και πολλά θετικά σημεία, πριν οδηγηθούμε σε κριτικές αποφάσεις. 
Για παράδειγμα, εναντιώνονται στην έρευνα της Ιατρικής, αλλά παραβλέπουν οι γονείς και οι διδάσκοντες, στο ενδοατομικό και διατομικό επίπεδο ερμηνείας, πόσο έχουν χρηματοδοτήσει ή θα χρηματοδοτήσουν την παραπαιδεία, προκειμένου τα παιδιά τους να μπουν σε μία σχολή «κύρους» όπως η Ιατρική. Θα τα στείλουν και στο εξωτερικό, της «ξεπουλημένης» έρευνας, αρκεί να σπουδάσουν κατά προτίμηση γιατροί, δικηγόροι ή μηχανικοί, ακόμα και να ερευνήσουν σαν διδάκτορες ή μεταδιδάκτορες και μάλιστα με αμοιβή από εταιρείες-χορηγούς. Παραβλέπουν επίσης ότι όλα τα βιβλία της Ιατρικής, με τα οποία θα σπουδάσουν τα παιδιά τους,  φτιάχνονται από τεκμηριωμένα αποτελέσματα ανάλογων ερευνών. 
Οι λύσεις είναι πολιτικές διότι ακόμα και στο διομαδικό επίπεδο, βρίσκονται αντιμέτωποι, συνειδητά ή ασυνείδητα, οι «πλούσιοι και εκμεταλλευτές γιατροί» από τη μια μεριά, οι «απλήρωτοι και παραγκωνισμένοι» από την πολιτεία δάσκαλοι και καθηγητές, από την άλλη. Είναι γεγονός, «Το έργο του δασκάλου δεν πληρώνεται». Εμείς πήραμε αυτή τη θεία έκφραση και την εφαρμόζουμε κατά γράμμα στην Ελλάδα, καταδικάζοντας τους εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων σε ισόβια μισθοπενία. 
Υιοθετώντας όμως πιο θετικές σκέψεις, πρέπει να αναλογιστούμε ότι δεν ισοπεδώνουμε τα πάντα. Υπάρχουν γιατροί που όλοι εμπιστευόμαστε, που έχουν σώσει εμάς και τις οικογένειές μας, που μας στηρίζουν με φαρμακευτικές αγωγές σε περιπτώσεις χρόνιων νοσημάτων. Γιατροί που θυσιάζονται μέσα στις συνθήκες των ελληνικών νοσοκομείων, ενώ από την άλλη μεριά, είναι αλήθεια, υπάρχουν τα φακελάκια, τα συνεδριακά πληρωμένα ταξιδάκια, από κάποιες μειοψηφίες. 
Το DNA, από τη θετική διάσταση, βοηθά στην γονεϊκή ταυτοποίηση ή στην ανακάλυψη εγκληματιών, προκειμένου να μην καταδικάζονται αθώοι. Προορίζεται να βοηθά στις μεταμοσχεύσεις, στη δημιουργία οργάνων-κλώνων, που θα σώσουν ζωές. Η αύξηση του μέσου όρου ζωής, με όλη την ποιοτική υποβάθμιση των χρόνιων νοσημάτων, είναι έργο της ιατρικής έρευνας. Τα φάρμακα, τέλος, είναι αυτά που γύρισαν τους ψυχικά ασθενείς στα σπίτια τους, συμβάλλοντας στην αποϊδρυματοποίηση και την αποασυλοποίηση. Σήμερα βέβαια ελαττώνουμε τη χρηματοδότηση της ψυχικής υγείας και του κοινωνικού κράτους, με ό,τι αυτό σημαίνει για την εικόνα της Ελλάδας και της ποιότητας της ζωής μας, ιδιαίτερα για τα γνωστά «οικιακά υποκατάστατα» του κοινωνικού κράτους, τις γυναίκες. Ας μην ξεχνάμε ότι σε προηγούμενους αιώνες, έβαζαν τους «τρελούς» σε καράβια και ταξίδευαν μέχρι να πεθάνουν, ή τους καταδίκαζαν στον εγκλεισμό, τη σιωπή και τον κοινωνικό στιγματισμό. Για να μην ξεχάσουμε, εντέλει, να αναφέρουμε, την ψυχολογιοποίηση και ψυχιατρικοποίηση των πολιτικά διαφωνούντων σε δογματικά καθεστώτα. 
Η λύση δεν θα έρθει από τα τρία αρχικά κοινωνιοψυχολογικά επίπεδα, αλλά από το τέταρτο, το ιδεολογικό. Η Ελλάδα, βάσει και των αντιδράσεων, οφείλει να προστατεύσει και να συνδέσει τη Δημόσια  Παιδεία με την Έρευνα, μέσα από τον κρατικό έλεγχο. Να αποτρέψει την αγοραία ανεξέλεγκτη κερδοσκοπία μέσω της έρευνας, όπως προτείνει η Δημοκρατική Αριστερά. Οφείλει να αυξήσει τους μισθούς των διδασκόντων σε όλα τα επίπεδα της εκπαίδευσης, με αξιοπρεπείς αμοιβές, πατάσσοντας την παραπαιδεία. Να στηρίξει το κοινωνικό κράτος. Σήμερα, με την οικονομική κρίση και τις υποτελείς μνημονιακές περικοπές, αντί να ενισχύουμε, περικόπτουμε και τα κεκτημένα. Η ψήφος μας θα είναι περισσότερο από ποτέ καθοριστική. 
Η έρευνα στις ανθρωπιστικές επιστήμες δεν πρέπει να παραγκωνίζεται, με αποκλειστική, έστω μικρή, χρηματοδότηση των βιολογικών και τεχνοκρατικών επιστημών. Εάν οι ανθρωπιστικές επιστήμες συμμετείχαν και είχαν εμπειρία στην έρευνα, δεν θα βλέπαμε τη σημερινή εικόνα που βγαίνει από τους ανθρώπους που μορφώνουν τα παιδιά μας. Θα τρέχαμε όλοι να βοηθήσουμε την έρευνα που θα βοηθήσει τη στάθμιση του στρες, την πρόληψη εκδήλωσης επιθετικότητας ή κατάθλιψης στην εφηβεία. 
Όλα τα επίπεδα εκπαίδευσης, επιπλέον, πρέπει να συμπεριλαμβάνουν στα προγράμματά τους την Αγωγή Υγείας και Πρόληψης, ώστε η σωματική και ψυχική υγεία να είναι αντικείμενο της έρευνας και κυρίως με συμπαράσταση του πληθυσμού. Εάν δίνουμε αυτή εικόνα από την Κεφαλονιά που έχει το δεύτερο κατά κεφαλήν εισόδημα μετά την Αττική, αν η Κεφαλονιά των επιστημόνων, των καπεταναίων, των ευεργετών, του πανεπιστήμονα και ερευνητή των νευροεπιστημών Θανάση Φωκά, προβάλλεται από το σύλλογο γονέων στις Κεραμιές, ως απέραντο πτωχοκομείο, εκμετάλλευση των μαθητών, κατά την κρίση τους, και περιγράφοντας συνθήκες υπο-Σαχάριας Αφρικής, τότε η Ελλάδα δεν έχει μέλλον. Γνωρίζουμε ότι η Κεφαλονιά έχει 300 οικογένειες κάτω από το όριο της φτώχειας, δηλαδή 3% του πληθυσμού της. Για παράδειγμα, στις Κεραμιές, από τα 260 παιδιά του δημοτικού, τα 7-8 αναλογικά, πρέπει να είναι πραγματικά φτωχά. Αυτό σημαίνει ότι μπορούμε να τα βοηθήσουμε, χωρίς ο σύλλογος να κορυβαντιεί και να τραβάει τα «μαλλιά» του αλαλάζοντας. Η αξιοπρέπεια, κυρίως, υπάρχει στη φτώχεια και αυτό δεν πρέπει ποτέ να το ξεχνάμε, υποτιμώντας και προσβάλλοντας αυτούς που δυστυχούν.  
Ένα άλλο θέμα που πρέπει να γνωρίζουμε, είναι η διεπιστημονικότητα ως παγκόσμια ζητούμενο σήμερα.  Αυτό πρέπει να το διδαχθούν οι νέοι επιστήμονες, για να μην αντιδρούν όπως οι παλαιότεροι. Με αμφισβήτηση δηλαδή και συνεχείς ερωτήσεις στην ερευνήτρια, του τύπου «είστε γιατρός;». Γίνεται διατριβή σε ιατρικό θέμα, από μία στατιστικό με εμπειρία στη βιοστατιστική και με την επίβλεψη της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Πρέπει να ξέρουμε ότι η διεπιστημονικότητα, η σύνθεση αντίθετων γνωστικών αντικειμένων, οδηγεί σε αρτιότερες και πιο ολοκληρωμένες έρευνες, μακριά από τη στείρα μονοσημαντότητα, μέσα στη ρεαλιστική πραγματικότητα και τις ανάγκες της ζωής.  
Τελειώνοντας, πρέπει να πούμε, ότι αυτή η γενικευμένη αντίδραση στην έρευνα, η οποία σημειωτέον στηρίζεται από καταξιωμένους κρατικούς φορείς, έρχεται να μας επιβεβαιώσει κοινωνιοψυχολογικά, την απαξία των Ελλήνων προς το πολιτικό σύστημα των τελευταίων δεκαετιών. Σε περίοδο κοινωνικών αλλαγών, οι υψηλά ιστάμενοι παύουν να επηρεάζουν. Ο κόσμος αναζητά νέα, καινοτομικά μοντέλα διακυβέρνησης και αυτό ίσως είναι το σημαντικότερο που αναδύεται μέσα από την κοινωνική σύγκρουση που περιγράψαμε. Δεν είναι δίκαιο όμως ένας υποψήφιος διδάκτορας, φαινόμενο σχετικά δυσεύρετο για τα ελληνικά δεδομένα, να γίνεται «αποδιοπομπαίος τράγος» μιας γενικότερης ιδεολογικής απαρέσκειας. Δεν καραδοκούν παντού μπαμπούλες και φαντάσματα. Ας σκεφτούμε τι θα κάναμε αν στη θέση τής ερευνήτριας ήταν τα παιδιά μας, τα αδέλφια και τα εξαδέλφια μας. Η συμμετοχή είναι εθελοντική, ας μη δυναμιτίζουμε και συκοφαντούμε την έρευνα. Μπορούμε διακριτικά να μη συμμετέχουμε, αφήνοντας αυτούς που έχουν γνώση και ερευνητική κουλτούρα, να βοηθήσουν την επιστήμη.  
    Σοφία Αράβου-Παπαδάτου 
    Δρ Κοινωνικής Ψυχολογίας - Οδοντίατρος, MSc   Μέλος ΚΠΕ ΔΗΜ.ΑΡ
«Τα ανωτέρω αποτελούν θέσεις της αρθρογράφου και όχι της ερευνήτριας κ. Λεβεντάκου»
Ευχαριστώ
Σοφία Αράβου-Παπαδάτου
 

Δεν υπάρχουν σχόλια: