Στο ήδη ανοικοδομημένο, αλλά στη συνείδηση όλων ακόμη «μετασεισμικό» Αργοστόλι της δεκαετίας του 1970, τότε που όλα συνέτειναν στην αναδημιουργία μιας νέας απαραίτητης και πιθανά αποδοτικής για το μέλλον του τόπου μας πολιτισμικής κατάστασης, ο Νίκος Παναγιωτάτος με την ίδρυση της Μαντολινάτας και της Χορωδίας, μόνος και διαρκώς αναζητώντας υποστηρικτές, συνέτεινε τα μέγιστα στη δημιουργία ενός αξιόλογου μουσικού πυρήνα, που με βάση τη γνώση και την ερμηνεία της επτανησιακής μουσικής παράδοσης, κλασικής και λαικής, θα συνέχιζε τον μουσικό μας δρόμο.
Θα περιοριστώ όμως όσον αφορά στην μουσική του ταυτότητα και προσφορά, μόνο σε ότι μπορώ να ανακαλέσω από την τότε βιωματική εμπειρία μου.
Από παιδί είχα εκδηλώσει την ζωγραφική μου κλίση και στην ηλικία των 10 χρόνων ζωγράφιζα εκ του φυσικού λουλούδια και ερείπια κτισμάτων…Ηταν νομίζω το 1968 που με την αγαπημένη μάνα μου, η οποία είχε ανατραφεί στη Λακήθρα με τους μελωδικούς ρυθμούς των λειβαθινών καντάδων του παππού μου κιθαρίστα Σπύρου Τσάση , και ήθελε να ασχοληθώ με τη μουσική, που πήγαμε στην παραλιακή αίθουσα που διατηρούσε σαν έδρα της μαντολινάτας του ο Νίκος Παναγιωτάτος. Για πρώτη φορά είδα εκεί αναρτημένα ζωγραφικά έργα του με τοπία της Κεφαλονιάς και νεκρές φύσεις, στα οποία μας ξενάγησε με ιδιαίτερη έμφαση και μάλιστα έδωσε σημασία στις παρατηρήσεις που τόλμησα να κάνω… Η καλωσύνη και η ευγένεια των γαλανών ματιών του δασκάλου και η γνωριμία μου με πολλούς άλλους μαθητές -ιδίως κορίτσια, που ήδη είχαν μάθει καλά μαντολίνο και είχαν λάβει μέρος σε συναυλίες μου ενέπνευσε εμπιστοσύνη. Όμως όπως είχε διαπιστώσει και ο παππούς μου δεν είχα κλίση προς τα έγχορδα…Αλλά η τύχη και η συγκυρία με βοήθησε… Ο Παναγιωτάτος μας είπε ότι η μαντολινάτα ήταν ήδη έτοιμη και χρειαζόταν παιδιά με καλή φωνή για να αναπτύξει την παιδική χορωδία. Έκανα κάποιες φωνητικές δοκιμές και δεν θα ξεχάσω την επιδοκιμαστική λάμψη του βλέμματος του… Ετσι ήμουν τακτικός στις πρόβες της χορωδίας με τη συνοδεία της μαντολινάτας.Με τη μαντολινάτα όλα τα παιδιά περάσαμε χαρούμενες και όμορφες στιγμές. Όταν πλέον είχαμε φθάσει σε σχετικά καλό επίπεδο αρχίσαμε τις περιοδείες σε πολιτιστικά κέντρα του νησιού και ημέρες γιορτών σε οικίες ευπόρων, προς αναζήτηση ενίσχυσης, η οποία παρά τις προσπάθειες ήταν πενιχρή, πολλάκις μόνο εδέσματα, και κανένας επίσημος φορέας δεν στήριζε ικανά τον αγώνα του δάσκαλου μας, ενώ κάποιοι φθονούσαν κατά τα λεγόμενα του την πρωτοβουλία του. Το χορωδιακό ρεπερτόριο επίσης ήταν φτωχό γιατί πολλά παιδιά δεν ερχόντουσαν τακτικά στις πρόβες κι έτσι το τραγούδι « πάρε σπίρτα- πάρε σπίρτα για ν΄ ανάψεις τη φωτιά…»,ήταν η επιτυχία μας. Εν τούτοις, με κάποιες μικρές οικονομικές προσφορές η προσπάθεια συνεχίστηκε με μεράκι. Ετσι όταν αποφασίστηκε η επίσημη παρουσίαση της παιδικής χορωδίας και μαντολινάτας στην αίθουσα της Φιλαρμονικής Σχολής ο δάσκαλος ανέθεσε σε μένα και την καλλίφωνη συμμαθήτρια Ουρανία Καστανά, να ερμηνεύσουμε την περίφημη « Ψαρόβαρκα» του Δροσίνη σε μελοποίηση του κορυφαίου Λαυράγκα. Τελικά το καλοκαίρι του 1969 έγινε η αλησμόνητη εκδήλωση. Η μαντολινάτα, ερμήνευσε σε δική του, ιδιοφυή θάλεγα μεταγραφή για μαντολίνο εισαγωγές από όπερες του Βέρντι και γνωστά παραδοσιακά έργα, όπως η «Ξανθούλα», το « καλησπερίζω δυό αδελφές», κ.α .
Όταν άρχισα να τραγουδώ μόνος την πρώτη στροφή « έρχεται η ψαρόβαρκα, / έρχεται όλο ίσια…», έτρεμα, όμως η φωνή μου ήταν σταθερή και στον τόνο, και μαζί με την Ουρανία, ερμηνεύσαμε με επιτυχία τό θαυμάσιο τραγούδι. Η παράσταση εντυπωσίασε υπέρ το αναμενόμενο την κατάμεστη αίθουσα. Τα πρώτα αυτά χειροκροτήματα, αλλά και την ικανοποίηση του δασκάλου δεν τα ξέχασα ποτέ. Όμως οι συγκυρίες της εποχής, η αρνητική συμπεριφορά αρμοδίων στην ύπαρξη της μαντολινάτας, οδήγησαν στη τελική διάλυση της. Ο Νίκος Παναγιωτάτος απογοητευμένος και θυμωμένος γενικά έφυγε από το Αργοστόλι, δημιούργησε άλλα μουσικά σχήματα και έκανε εκδηλώσεις στην Αθήνα που είχε το ατελιέ του και τον Πειραιά που αγαπούσε ιδιαίτερα, με βάση πάντα την κεφαλονίτικη παράδοση και τη συνεργασία του με πολιτιστικούς επτανησιακούς φορείς.
Αν και για την μουσική του ταυτότητα αναφέρθηκα εμπειρικά, για την άλλη του ταυτότητα, αυτή του ζωγράφου, ενίοτε διακοσμητή και αγιογράφου, θα αναφερθώ αναδρομικά, τόσο εμπειρικά αφού είδα 2 ατομικές εκθέσεις έργων του στο Αργοστόλι καθώς και σε "γκαλερί" έργων τέχνης στην Αθήνα αργότερα, αλλά και με την ιδιότητα του αισθητικού της τέχνης. Βιογραφικά του στοιχεία που μου παρέθεσε ευγενικά ο καθηγητής ιστορίας της τέχνης, δρ. Στέλιος Λυδάκης, ορισμένα των οποίων περιλαμβάνονται στο Λεξικό Ελλήνων Ζωγράφων , εκδ. Μέλισσα, αναφέρουν σχετικά: Ο Νίκος Παναγιωτάτος (1903-1982), γεννήθηκε στο Αργοστόλι .Μαθήτεψε κοντά στον Ιταλό ζωγράφο Γκιουζέπε Σκαρβέλι ( για τον ζωγράφο Σκαρβέλι δεν υπάρχουν βιβλιογραφικές αναφορές. Πιθανόν ιταλός καλλιτέχνης που διέμεινε ικανό χρόνο στο Αργοστόλι). Βασικά ο Νίκος Παναγιωτάτος ήταν αυτοδίδακτος. Συμμετείχε με έργα του στις Πανελλήνιες εκθέσεις του 1938, 1960, 1963, 1967, 1973, 1975. Έλαβε μέρος σε πολλές ομαδικές και παρουσίασε έργα του σε ατομικές εκθέσεις σε Πειραιά, Αθήνα, Αργοστόλι, Ρόδο, Πάτρα, Γιάννενα κ.α. Σημαντικότερες παρουσιάσεις έργων του: Αναδρομική (1932-1977), στον Φιλολογικό Σύλλογο «Παρνασσός», το 1977 και μεγάλη ατομική στο Δημαρχιακό Μέγαρο Πειραιά.Έργα του ανήκουν σε πολλές δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές.
Η ζωγραφική του Νίκου Παναγιωτάτου σε αντίθεση με το εκρηκτικό του ταμπεραμέντο είχε έναν ήπιο υπαιθριστικό χαρακτήρα , με αμυδρό ιμπρεσσιονιστικό προσανατολισμό - απουσία συνήθως μαύρου χρώματος, ανάλυση αποχρώσεων, γοργή ανάλαφρη πινελιά - και παραστατική απόδοση του φυσικού κόσμου. Αν και η ανάγκη της επιβίωσης τον ώθησε σε κάποια επανάληψη των μοτίβων του, σε ορισμένες περιπτώσεις οι ζωγραφικές τονικές σχέσεις και οι δεξιότητες του να δημιουργεί οφθαλμαπάτες- δεν ξεχνώ τους ανελισσόμενους καπνούς των τσιγάρων σε συνθέσεις με νεκρές φύσεις- αποδεικνύουν το έντεχνο νατουραλιστικό του ύφος και την ευγενική προσέγγιση των θεμάτων του. Τοπία, λιμάνια, ανθογραφίες, συνθέσεις και πειστικές προσωπογραφίες, που αποδίδονται συντηρητικά μεν, αλλά ευαίσθητα και καλοσχεδιασμένα. Προσωπικά, παρατηρώντας τα έργα του, για τα οποία ήθελε ανέκαθεν την ειλικρινή μου γνώμη, προτιμούσα τις απλές και όμορφες ζωγραφιές του με το Φανάρι, τους αθανάτους και τα γεράνια, το πορτραίτο της τσιγγάνας, τις τρικυμίες ή τα απάνεμα λιμάνια, τα λαχταριστά φρούτα του- ιδίως τις νεκρές φύσεις με σταφύλια , από της ανάλογης θεματογραφίας τοπιογραφίες και συνθέσεις συγχρόνων του ντόπιων καλλιτεχνών, που αν και παραδεκτοί ένεκα σπουδών, δεν πλησίαζαν σε βάθος το κεφαλονίτικο τοπίο και την ορθή προοπτική και φυσικότητα των παραστάσεων. Συμπερασματικά ο Νίκος Παναγιωτάτος κάτοχος των εκφραστικών του μέσων ζωγράφισε με ευχέρεια και στα όρια της παραδοσιακής απεικόνισης συνθέσεις που έλκουν με την ομορφιά και την απλότητα τους.
Ο Νίκος Παναγιωτάτος διακρίθηκε σαν αυθεντικός καλλιτέχνης και έμμεινε με ευγνωμοσύνη στη μνήμη πολλών που τον γνώρισαν στην γεμάτη καλλιτεχνικές προσπάθειες, νέες εξορμήσεις και δράσεις ζωή του. Το πρόσταγμα του – κρατάτε τον τόνο ηχεί πάντοτε εκπαιδευτικό και ηθικό. Κατ΄ εξοχήν μουσική φωνή μιας εποχής που αλώθηκε από την κακογουστιά και τα συμφέροντα και έχει χαθεί φοβάμαι ανεπιστρεπτί με τις αρνητικές συνθήκες του παρόντος. Όμως η αναγεννησιακή δύναμη της ανθρώπινης ψυχής πάντα επιφυλάσσει εκπλήξεις ιδιαίτερα όταν συνάδει με το αστείρευτο κεφαλονίτικο πνεύμα. Δεν είναι τυχαίο, μετά 30 χρόνια από το θάνατο του, που φέτος γίνονται τιμητικές εκδηλώσεις στη μνήμη του. Ενός εργάτη και δάσκαλου της τέχνης, που έσπειρε μαζί με άλλους αξιόλογους συνοδοιπόρους του τομέα του, όπως ο Τσιλίφης, ο Αλέπωρος, ο Μαρκάτος, ο Αποστολάτος κ.α, καλλιτεχνικούς καρπούς, που πρόσφεραν τη χάρη και τη δυνατότητα στους νεώτερους να συνεχίζουν, να εκφράζονται καλλιτεχνικά και δίκαια να τους τιμούν. Αιωνία σου η μνήμη Δάσκαλε.
ΚΩΣΤΑΣ ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ
Ζωγράφος, λογοτέχνης, θεωρητικός της τέχνης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου