Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου 2017

Εορταστικός Εσπερινός τση Κυράς, τση Υπαπαντής της Ιεράς Μονής στα Βαρειά Ληξουρίου 1-2-2017

Γεράσιμος Σωτ. Γαλανός

Παραμονή της εορτής της Υπαπαντής του Κυρίου και  μια από τις εκκλησίες που τιμούν τη μεγάλη μέρα  στο νησί μας είναι  η παλιά ομώνυμη  Ιερά Μονή στην περιοχή Βαρειά Ληξουρίου.
Από νωρίς ο κόσμος μαζεύτηκε στον ιερό ναό για να χαρεί τον μεγαλόπρεπο εσπερινό.
Η οικογένεια του μακαρίτη Αναστάσιου Κολαΐτη (πριν λίγες μέρες έφυγε από τη ζωή) είχε φροντίσει για την παραμικρή λεπτομέρεια, ώστε η ιερά πανήγυρη «να είναι τακτοποιημένη σε όλα της». Οι άρτοι, τα κεριά, τα φώτα, ο ήχος, η διακόσμηση, τα λουλούδια η καθαριότητα, κεράσματα, γλυκίσματα ,  όλα είχαν τη θέση τους για να εξυπηρετήσουν το λειτουργικό μέρος του εορταστικού εσπερινού και της άλλης μέρας, της εορτής.
Στο καλανάρχο  ήταν ο πρωτοψάλτης Σπύρος Έρτσος και στο, άλλο απέναντι, ο επίσης ο ψάλτης και μαέστρος Σπύρος Θεοτοκάτος,  οι οποίοι  πλαισιωμένοι από άλλους ψαλτάδες χρωμάτισαν τους υπέροχους ήχους της  Δεσποτικής Εορτής με απλότητα, με ορθοφωνία, δίνοντας μια   όμορφη  ψαλτική ερμηνεία. 
Οι ιερείς ήταν : ο Πρωτοπρεσβύτερος π. Χαράλαμπος Μαρκέτος,  ο π. Ιωάννης Μεσολωράς, ο π. Γεράσιμος Σφαέλος, οι οποίοι  συλλειτούργησαν αρμονικά προσπαθώντας με επιτυχία να εναρμονίσουν το δικό τους ήχο κατανυκτικά με τους ψαλτάδες, δημιουργώντας ένα όμορφο αρμονικό ακουστικό αποτέλεσμα.
Όλα  κύλησαν απλά και υπέροχα όπως αρμόζει στα κεφαλονίτικα πανηγύρια. Κάπου - κάπου έριχνα μια ματιά έξω από την εκκλησία, ώστε να δω εάν ο ουρανός τολμήσει να βρέξει. Τίποτα, νερό… σταγόνα καμμιά! Ψιθύρισα τις  κεφαλονίτικες παροιμίες « Καλοκαιριά της Υπαπαντής, μαρτιάτικος χειμώνας»,  « Ό,τι ημέρα κάμει της Παπαντής, θα την κάνει σαράντα μέρες».
 Και ενώ έκανα αυτές τις σκέψεις ακουγόταν από τα μεγάφωνα  το ψαλτικό της μεγάλης μέρας:   

«Νυν απολύεις τον δούλον σου, Δέσποτα κατά το ρήμα σου εν ειρήνη,
ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου,
ό ητοίμασας κατά το πρόσωπον πάντων των λαών,
φως εις αποκάλυψιν εθνών και δόξαν λαού σου Ισραή».

Λίγο πριν την απόλυση ο π. Ιωάννης Μεσολωράς μίλησε  στον κόσμο για την περίπτωση του ιερομόναχου  Ιωαννίκιου Ζαφειρόπουλου, ο οποίος ήταν κτήτορας αυτής της ιεράς Μονής. Πρόκειται για έναν ιερωμένο,  ο οποίος στα 1850 που έπεσε στο νησί χολέρα, φερμένη από την Μάλτα  και ο αριθμός των νεκρών από την αρρώστια ήταν μεγάλος, χωρίς να φοβάται, όπως άλλοι ιερείς,  μαζί με τον όσιο Παπα- Μπασιά πραγματοποιούσαν τις ταφές,  και ήταν κοντά στους ασθενείς χωρίς να φοβούνται το θάνατο που διέτρεχαν.  Μάλιστα όπως είπε ο π. Ιωάννης Μεσολωράς, κάλεσαν τον π. Ιωαννίκιο Ζαφειρόπουλο και στο Αργοστόλι για να στηρίξει τους ασθενείς και να θάψει τα θύματα της φοβερής αρρώστιας, λόγω που οι ιερείς της πόλης αυτής είχαν εγκαταλείψει τον κόσμο, λόγω που φοβούνταν τη χολέρα.
 Ο π. Μεσολωράς αναφέρθηκε στο βίος του  Ληξουριώτη ιερέα λέγοντας εικόνες της ζήσης του. Εξήγησε το λόγο που ήρθε να λειτουργήσει στον Εορταστικό Εσπερινό στην Υπαπαντή στα Βαρειά,  έχοντας επιθυμία να βρει και να τιμήσει τη μνήμη του θαρραλέου ιερέα που στάθηκε δυνατός εκείνα τα δύσκολα χρόνια. Τελικά ο τάφος του Ιωαννίκιου Ζαφειρόπουλου μάλλον βρίσκεται στην Ιερά Μονή Σισσίων , όπου έπειτα από αρχιερατική απόφαση πέρασε τα γεράματά του.
Συγκινητικός και συναισθηματικός ο λόγος του π. Ιωάννη Μεσολωρά, που πέρα από την ιστορική αναζήτησή του  έδωσε το μάθημα σε όλους μας, ότι πρέπει να μνημονεύουμε τους αιώνια  εν Χριστώ  κοιμιθέντας, καθώς και εκείνους που στάθηκαν στυλοβάτες  και οδοδείκτες  για τον άνθρωπο. Αυτό έκανε και ο π. Χαράλαμπος Μαρκέτος μνημονεύοντας τον μακαρίτη Αναστάσιο Κολαΐτη, ο οποίος εν ζωή μαζί με την οικογένειά του ξανάφτιαξε το ναό της Υπαπαντής  στα Βαρειά , καλαίσθητον και φροντισμένον σε όλα του για να γίνεται το πανηγύρι ιερατικά και δοξαστικά  Υπόψη ότι για πολλά χρόνια ο ναός εστεγάζετο σε μια παράγκα.  Είναι όπως είπε ο ιερέας  για τον Αναστάσιο Κολαΐτη ο νέος κτήτορας, του οποίου  το έργο  επάξια συνεχίζουν η γυναίκα του και τα παιδιά του, καθώς και οι  συγγενείς του.
 Χρόνια Πολλά και του χρόνου η Υπαπαντή να μας έρθει «καλοβρεμμένη και η κοφίνα γιομισμένη»..