Δευτέρα 12 Φεβρουαρίου 2018

90 χρόνια από ένα Ληξουριώτικο καρναβαλικό γεγονός 1928-2018 « Ο Βασιλέα του Σιάμ, φερομένου εν πομπή»


Γεράσιμος Σωτ. Γαλανός
(για την αντιγραφή και την έρευνα)

Το κείμενο αυτό με τίτλο «Ληξουριώτικο Καρναβάλι 1928  δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στην Κεφαλονίτικη εφημερίδα «Τα Νέα» στις 20/3/78, 10/4/78, 20/4/78 και ο υπογράφων έχει το ψευδώνυμο «Ένας Γκιώνης». Το κείμενο έχει δημοσιευτεί και στην εφημερίδα «Καρνάβαλαος του 2000» και ξαναδημοσιεύεται στη φετινή του 2018. 
Αφιερώνεται  δε σε όλους  που δεν ντρέπονται να χαρούν το καρναβάλι, ξέροντας πώς, η ζωή θέλει κέφι και ζωντάνια και όχι μελαγχολία…


«Η αποκριά το καλένει να κάνουμε ένα μικρό διάλλειμα στο σοβαρό ιστόρημα πως φτιάχτηκαν οι δρόμοι της Κεφαλονιάς και να αφιερώσουμε τη στήλη σ’ ένα αποκριάτικο γεγονός της ζωής του εύθυμου Ληξουρίου μας.
          Στα παλιά και καλά χρόνια του τόπου μας, την Αποκριά του 1928, γιορτάστηκε στο Αργοστόλι μεγαλοπρεπέστατο Καρναβάλι με ομαδικές παραστάσεις, μασκαράτες κλπ.  Συστήθηκε και «Κομητάτο» που θα απένεμε τα βραβεία. Πρόεδρος του Κομητάτου ήταν ο Πρόεδρος των Πρωτοδικών, περιστοιχισμένος από άλλες Αρχές και προκρίτους ως μέλη.    Πρώτο βραβείο: χρηματική αμοιβή 10.000 δρχ. Πολύ μεγάλο ποσό για την εποχή.

          Την πρώτη ιδέα για συμμετοχή του Ληξουρίου στο Καρναβάλι του Αργοστολίου, με αναπαράσταση του «Βασιλέα του Σιάμ, φερομένου εν πομπή» καθώς  έγραφε η λεζάντα μιας παλιάς εικόνας που είχε σπίτι του, την έριξε ο μηχανικός Κωστής  Γ. Δελλαπόρτας, τώρα γενικός εργοδηγός του Ερυθρού Σταυρού στην Αθήνα. Από κοντά οι Ληξουριώτες που μαζί με τους Ζακυνθινούς κάτι παραπάνω από τους άλλους Επτανήσιους εκληρονομήσαμε από την μακραίωνη Βενετσιάνικη Κατοχή και από τα καρναβάλια ντι Βενέτσια, ηλεκτριστήκανε όλοι μικροί μεγάλοι, επίσημοι, ανεπίσημοι, δεχτήκανε την ιδέα και την εκλογή του Κωστή και ριχθήκανε όλοι με τα μούτρα, ο καθένας στο ρόλο του, για να παρουσιάσουνε την  καλλίτερη παράσταση, ώστε να διεκδικήσουνε το πρώτο βραβείο. Όλους τους κέντριζε κι’  εκείνη η αφορεσμένη αντιζηλία που σοβεί πάντα ανάμεσα Ληξούρι- Αργοστόλι.
          Στην εικόνα που θα γινόταν η αναπαράσταση της, ο Βασιλιάς του Σιάμ φορούσε ένα στέμμα με τρεις κύκλους από πολύτιμες πέτρες και άλλες διακοσμήσεις, που όσο εστένευε και απόληγε σε σουβλερή άκρη.
          Φορούσε βαριά σκουλαρίκια και διαδήματα, αρχαϊκό χρυσοποίκιλτο σκήπτρο στο χέρι και χρυσοκέντητα πασουμάκια. Ο Βασιλιάς καθότανε σε πολυτελή θρόνο καρφωμένον σε φορείο, κι αυτό αμετακίνητα  στηριγμένο σε δυο παράλληλα μακρινά δοκάρια, όλα τυλιγμένα στα βελούδα και στα χρυσά. Τα δοκάρια με το φορείο και το θρόνο με τον βασιλιά, τα κρατούσαν στους ώμους τους πολλοί αξιωματικοί. Πολύ ψηλά ήτανε μια τετράγωνη σκιάδα, καταστόλιστη κι αυτή, δεμένη  σε τέσσερα κοντάρια που τα κρατούσαν αυλικοί.
          Λίγο  χαμηλότερα άλλος αυλικός κρατούσε τη τεράστια βεντάλια, από φτερά  παγωνιού και έκανε αέρα του Βασιλιά. Δίπλα από το φορείο με το θρόνο βαδίζανε οπλισμένοι με κοντάρια και σπαθιά 60 σωματοφύλακες, 30 από κάθε μεριά.
          Αυτήν την αναπαράσταση καταφέρανε και παρουσιάσανε κατά το τελειότερο δυνατό τρόπο οι Ληξουριώτες. Το ρόλο του Βασιλιά  έπαιζε  ο Κωστής Γ. Δελλαπόρτας. Από τους αυλικούς και αξιωματικούς θυμάμαι τους μακαρίτες : Γεράσιμο Κεφαλά (αργότερα κληρικός),  Σπύρο Μαντελένη, και Γεράσιμο Περάτη, τον Βαγγέλη Μεσσάρη του ΑΣΟ, Το Μικελάκη τον Λυκούδη, τον Νικόλα Ποταμιάνο και Νικόλα Καραπάνο.
          Οι πρόβες εγενότανε ένα μήνα πριν από την επίσημη εμφάνιση. Για να συνηθίσουμε όλοι στο ρυθμικό βηματισμό εκάναμε νυκτερινή πορεία από τη βινάρια του Γιαννάτου μέχρι τα σφαγεία, με ένα ταμπουρλάκι, κουβαλώντας στους όμως το φορείο με το βασιλιά στο θρόνο του.
          Καλές  κυρίες και δεσποινίδες του τόπου  δουλέψανε πολύ για τις διακοσμήσεις και τις φορεσιές. Σύμβουλος για ότι αφορά το Σιάμ ήταν ο μακαρίτης Λευτεράκης ο Μανωλάτος που έζησε σε κείνα τα μέρη. Κοσμήματα και πολύτιμες πέτρες  εδάνεισαν με το σωρό πρόθυμα τα καλύτερα σπίτια. Ένα ελεφαντάκι από έβενο με αληθινούς μικρούς χαυλιόδοντες  εδάνεισε η οικογένεια Καλού, Το ελεφαντάκι, σαν που ο ελέφαντας είναι το εθνικό σύμβολο του Σιάμ, το κρατούσε επάνω σε ασημένιο δίσκο αυλικός επί κεφαλής της πομπής.
Τα φτερά του παγωνιού για το βέντουλο , τα οικονομήσαμε από κάτι παγώνια του Σ. Μεταξά που τάχε στο Λιβάδι κι εκεί επήγαμε και τα μαδήσαμε. Όσο για το χρώμα του προσώπου και των χεριών ο πολυμήχανος Δελλαπόρτας επινόησε ένα μίγμα καμένου φελλού με ελάχιστο λάδι που έδινε τέλεια την απόχρωση Σιαμέζου. (Άλλη αποκριά που ντυθήκαμε με παρέα τους Αραπάδες, για να πιτύχη χοντρά χείλια Αράπη, ο Κωστής ευρήκε ένα τρόπο και έπιασε κι έβαλε απάνου στα χείλια τους ζωντανές μέλισσες και τα εστρώξανε. Με το στρώξιμο
επρηστήκαν τα χείλια τους και φουσκωμένα από το πρήξιμο, ήταν τέλεια χείλια Αράπη.)
          Έτσι την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς μαζί με την μπάντα του Ληξουρίου, μπήκαν όλοι στο μεγάλο κανό με καπετάνιο το Βαγγέλη Βρανά και ξεκίνησαν για το Αργοστόλι. Τιμητικά τους συνόδευσε και ο Αστυνόμος του Ληξουρίου και διάφοροι γλεντζέδες συμπολίτες. Η απόβασις έγινε στη βινάρια. Εκεί  εσχηματίσθηκε η πομπή και προχώρησε ρυθμικά με το εμβατήριο της μουσικής προς το κέντρο του Αργοστολιού με επί κεφαλής τον Αστυνόμο του Ληξουρίου. Παράπλευρα βάδιζαν και μερικοί παληκαράδες Ληξουριώτες που πήγαν κι αυτοί για ασφάλεια για να αποσβήσουν καμμιά απόπειρα «χαλάστρας» της παράταξης, σαμποτάζ , όπως λένε τώρα, από συναγωνιζόμενες μασκαράτες ή από φθονερούς. Ελέγανε πως ο Σπύρος ο Πετρίτσης, της μαμής, είχε διαρκώς το χέρι του στη τσέπη του κι εκρατούσε «λιβόρβορο» όπως έλεγαν τότε τα πιστόλια ρεβόλβερ.
          Μόλις άρχισε η παρέλαση των αρμάτων και παρελάσανε οι Ληξουριώτες κάνοντας το γύρο της κεντρικής πλατείας εμπρός από την επιτροπή του Κομητάτου, μέσα σε έξαλλα χειροκροτήματα και ζητωκραυγές από το γύρω μεγάλο πλήθος, η επιτροπή ομόφωνα στο τέλος έδωσε το πρώτο βραβείο στη Ληξουριώτικη αναπαράσταση.
          Μετά την απονομή του πρώτου βραβείου των 10.000 δρχ. από το Κομητάτο στην Ληξουριώτικη αναπαράσταση, αρχίζουν τα επινίκια. Με επείγον τηλεγράφημα έστειλαν στο Ληξούρι το μεγάλο μαντάτο. Και το Ληξούρι εβουρλίστηκε από χαρά. Ο μακαρίτης Σωκρατάκης Δελλαπόρτας συγκινημένος και κρατώντας το τηλεγράφημα έτρεχε και διαλαλούσε το νέο.  Αγκαλιάσματα, φιλιά, ξεδακρύσματα. Οι καμπάνες όλων των εκκλησιών σήμαινα χαρούμενα. Μερικοί φώναζαν να γένει και Δοξολογία στον Παντοκράτορα και δίχως άλλο να ψάλουνε και το τροπάριο «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια…», αλλά από τους περισσότερους απορρίφθηκε αυτή η πρόταση ως ασεβής.
          Εν τω μεταξύ στο γυρισμό για το Ληξούρι, όλοι οι βραβευμένοι και οι συνοδοί τους πήραν με το  βαποράκι, τον «Κέφαλο», που ο καπετάνιος του ύψωσε μεγάλο σημαιοστολισμό και από τα μισοκάναλα  εσφύριζε το πλοίο διαρκώς χαρούμενα. Δεν εχρειαζότανε περισσότερο  μέρος του πληθυσμού στο Μόλο και μέσα σε πανζουρλισμό με ζητωκραυγές και χειροκροτήματα υποδέχτηκε τους νικητές, σαν εθνικούς ήρωες της ημέρας. Όσοι απαντήσανε τον πατέρα του… «Βασιλέα του Σιάμ» μακαρίτη δάσκαλο Γεώργιο Δελλαπόρτα, τον συγχαίρονταν θερμά και του τινάζανε το χέρι τόσο δυνατά που κιντύνευε να το ξεβολίσουν. Στα συγχαρητήρια του Σωκράτη  Δελλαπόρτα,  ο δάσκαλος αποκρίθηκε: «Μωρές έβγαλα παιδί δικηγόρο και δε με συγχάρηκε κανένας σας, τώρα γιατί έβγαλα  και γιο «μασκαρά» έρχεστε όλοι να με συγχαρείτε».
          Μη μου το παρεξηγήσετε προς Θεού το καημένο το Ληξούρι και μη το περιγελάσετε γι’ αυτές τις υπερβολικές του εκδηλώσεις. Δεν ήταν χαρές γιατί πήρε το πρώτο βραβείο.  Ήταν χαρές γιατί (συχνά αδικημένο και παραγκωνισμένο, όπως το γράφει στους γνωστούς στίχους κι ο Λασκαράτος, Ληξούρι ενίκησε το Αργοστόλι. Έστω και σε μασκαράτα!
          Αν ρωτάτε πως εχαλάστηκε οι 10.000 δρχ. του βραβείου μαθετέ- το κι αυτό. Αφού αφαιρέθηκανε τα έξοδα που εστοίχισε η αναπαράσταση, την άλλη μέρα ήταν Καθαρά Δευτέρα κατά το Ληξουριώτικο έθιμο, επήγε όλη η παρέα στον Κεχριώνα να γιορτάσει τα Κούλουμα, και τα υπόλοιπα λεφτά που τους έμειναν τα φάγανε όλα σε σουποχτάποδα, σε χαβιάρια κ.λ.π και τα ήπιανε σε μαύρο κρασί θηνιάτικο, και σε βοστιλίδι από τον Αγκαθιά.» 
Ένας Γκιώνης