Σάββατο 17 Φεβρουαρίου 2018

Μάσκαρα ή Μάσκερα στα χωριά τση Σάμου Κεφαλονιάς

√ Το παρακάτω κείμενο είναι αναδημοσίευση απο το ΙΟΝΙΑΝ CENTER
Η περίοδος της Αποκριάς είναι μια γιορτή χαράς, κεφιού με στοιχεία διονυσιακά για το καλωσόρισμα της άνοιξης, η ανάσταση της ζωής σ’ όλο της το φάσμα μετά από μια παγωμένη χειμωνιάτικη περίοδο. Οι γιορτές πέρασαν από διάφορες αλλαγές στο διάβα των χρόνων. Οι ρίζες του Καρναβαλιού ανιχνεύονται στις αρχαίες ελληνικές παραδόσεις στη λατρεία του θεού Διόνυσου.

Το χαρακτηριστικό στοιχείο των καρναβαλικών γιορτών είναι η μάσκα -μπαρμπούτα (bauta) που καλύπτει όλο το πρόσωπο. Η μπαρμπούτα είναι αυτοσχέδια μάσκα που είναι συνήθως ή άσχημη με παραμορφώσεις για να προξενεί φόβο ή μπουφόνικη ώστε να σκανταλίζει και να πυροδοτεί το πείραγμα και το κέφι. Η μάσκα – κολομπίνα καλύπτει μόνο τα μάτια και για τσι αρκόντισσες η μάσκα -μορέτα που είναι συνήθως πολύ στολισμένη και με βέλο.
Στο μεσαίωνα η μάσκα χρησιμοποιήθηκε πολύ από τους κακοποιούς για να καλύπτει με την ανωνυμία που εξασφάλιζε τις παράνομες δραστηριότητες τους. Αργότερα, με τη δυνατότητα που έδινε το γενικότερο κλίμα του καρναβαλιού, οι μασκαράδες άρπαζαν την ευκαιρία και κριτικάριζαν την πολιτική των αρκόντων τους, κάτι που συμβαίνει και στις σημερινές καρναβαλικές γιορτές.
Στον 16ο αιώνα περίοδο της Βενετσιάνικης κυριαρχίας στα Επτάνησα, το καρναβάλι γιορτάζεται από τους Βενετσιάνους στα παλάτια(αρχοντικά) τους. Η χρήση τότε της βενετσιάνικης μάσκας-μορέτα, ήταν ένας έξυπνος τρόπος για να προσπεραστούν προσωρινά κάποιες κοινωνικές απαγορεύσεις που επέβαλλε το πρωτόκολλο των ευγενών, ώστε με αφορμή τους μπάλους του καρναβαλιού να μπορούν να συγχρωτίζονται οι ποπολάροι μαζί με τους άρκοντες για πολλούς και διαφόρους λόγους.
Η μορέτα για τσι αρκόντισσες ήταν βέβαια μια ευκαιρία να ξεφύγουν από τους αυστηρούς οικογενειακούς περιορισμούς ώστε να διασκεδάσουν, να χορέψουν, να αισθανθούν ελεύθερες μέσω της ανωνυμίας. Η μορέτα προσέφερε στις λιγότερο ευπαρουσίαστες, στις μοναχικές αλλά και στις ώριμες γυναίκες, μια καλή οκαζιόνε (ευκαιρία) να συμμετάσχουν στη γιορτή, να ερωτοτροπήσουν, να μπαλάρουνε (χορέψουν) με καβαλιέρους διάφορους και ίσως να εξασφαλίσουν και το ζητούμενο, την μελλοντική αποκατάσταση ή και μόνο την ερωτική συνεύρεση.
σαμη μασκαρα
Νέα Βλαχάτα-Καραβόμυλος 1957,στην πλατεία του χωριού παίζεται η Μάσκαρα ¨Αϊντα¨. Εικονίζονται από αριστερά Άγγελος Βιτωράτος (Πατίτσης), Γρηγόρης Καβαλιεράτος (Λουρέντζος).,Αντώνης Στεφάτος ( Καλόγηρος)., Ντίνος Καβαλιεράτος -(Λουρέντζος)., Παναγής Δημουλάς (Λυρής) και Αργύρης{Αζούρης} Στεφανάτος (Σπρίτζος).
Μάσκαρα/μάσκερα
Κυκλοφορούσαν μπαρμπουτοφορεμένοι γιατί λέει ο λαϊκός ποέτας( ποιητής):
Αρσενικοί και θηλυκοί
κρυμμένοι στη μπαρμπούτα,
εβγήκαν πολυθάρευτοι
να κάμουν όσα δε μπορούν
να κάμουν αμασκάρευτοι.
Το γαϊτανάκι, οι καντρίλιες ήταν οι αγαπημένοι χοροί και αργότερα το ταγκό, το βαλς, το φοξ αγκλέ, το σοτίς κ.α που χορεύονταν είτε στα σπίτια είτε στις πλατείες , παράλληλα με τους χορούς μας που σήμερα αποκαλούμε παραδοσιακούς μπάλο, μέρμηγκα, διβαράτικο, κουτσό, βλαχοπούλες …
Τα πειράγματα, τα παιχνίδια και οι αυτοσχέδιες ρίμνες είχαν την τιμητική τους.
Συνήθως περιπαιχτικές και άλλες πιπεράτες:
Καταποδάτα όμορφα
μεγάλη πολιτεία
με δυο χιλιάδες μαθητές
και αριστοκρατία.
Εσφάξαμε ένα τραϊ
του φάαμε την πλάτη
τ΄αρ@δια του και πέντ’ αυγά
γιομίζουν ένα τηγάνι
να φάνε δέκα Σαμικοί
κι είκοσι Πυργισιάνοι.
Μωρή ψ@λη μονόματη και μονορουθουνάτη
π’ απ’ την κακιά σου τη βουλή έμεινες μ’ ένα μάτι.
Μια χήρα μια καυλόχηρα μια καυλοκακομοίρα
έχασε δυο γαλόπουλα κι είπε πως τση τα πήρα.
Όσο’γω ΄χω ιδέα για τα γαλόπουλα τση
να κρεμαστούν τ’ αρ@δια μου μεσ΄τα μοιρόκολά τση.
Εκειό πίσω στη Μπεσάδα έπιασα νια φιλονάδα
και κινάω ένα βράδυ μ’ αστραπές και με σκοτάδι.
Κι ότι πάω στην αυλή τση μ’ αλυχτάει το σκυλί τση
Βγαίν’ η κόρη μ’ ένα ξύλο και θανάτωσε το σκύλο.
Κι ότι πάω απά στη μπόρτα να σου τη μπροστά μου ζόρκα
Και την πιάν’ ανάθεμά τη και τη βάνω στο κρεβάτι.
Κι όταν τηνε πάω δέκα μ’ έπιασε μεγάλη νέκρα
Και μου σφαζ’ ένα καπόνι τα νεφρά μου δυναμώνει
και μου σφάζει και νια κότα και συνήρτα σαν και πρώτα.
σαμη οργαναΗ ορχήστρα με τους λαϊκούς οργανοπαίχτες Ευθύμιο Καρδαρά κιτάρα, Κώστα Αρτελάρη βιολί, Αντρέα Τουλάτο ακορντεόν 1960 ca.
Στις Αποκριάτικες γιορτές ιδιαίτερη θέση είχαν διάφορα δρώμενα. Τα χωριά της Σάμης επέλεγαν είτε ένα ιστορικό θέμα να παρουσιάσουν το «Μάρκο Μπότσαρη», τον «Οδυσσέα Αντρούτσο», τους «Σουλιώτες», άλλοτε την “Άϊντα” αλλά το πιο πολυπαιγμένο έργο στο Γιαλό της Σάμης ήταν «ο Ερωτόκριτος και η Αρετούσα». Η προτίμηση για το συγκεκριμένο έργο σίγουρα ήταν η ερωτική ιστορία που αφηγείται και που συγκινούσε τους θεατές με την μουσικότητα του στίχου του. Γνωστό έργο της Κρητικής λογοτεχνίας που έφεραν μαζί τους οι Κρητικοί που εγκαταστάθηκαν στην Κεφαλονιά μετά την πτώση της Κάντιας/Κρήτης στους Οθωμανούς το 1669.
Οι φορεσιές τους ήταν η φουστανέλα, το σωκάρδι(γιλέκο) στολισμένο με κορέλια/πούλιες και χρωματιστά σπινέτα (σειρήτια). Από τη μέση κρέμονταν μαντήλια χρωματιστά. Στο κεφάλι φορούσαν την ορλάνα (είδος καπέλου- περικεφαλαία) πολύ στολισμένη με κορέλια (χάντρες) ,κομπιά, σπινέτα.
Οι ερασιτέχνες θεατρίνοι μήνες πριν προετοίμαζαν με τακτικές πρόβες τα έργα που θα παρουσίαζαν δημόσια. Έτσι οι άντρες που υποδύονταν όλους τους ρόλους, μασκαρεμένοι ξεκίναγαν από τα χωριά Πυργί, Καταποδάτα, Χαλιωτάτα, Πουλάτα, Βλαχάτα με προορισμό τη πλατεία της Σάμου για να παίξουνε τη μάσκαρα. Μπροστά πήγαιναν με τη παντιέρα (σημαία) και με ένα ξύλο με δεμένα μπούρδινα (χρωματιστά) πανιά, οι μασκαρεμένοι και ακολουθούσε ο θίασος πιασμένοι αλα μπρατσέτα, και πίσω τους όλο το χωριό. Δεν έλειπε και ο γάιδαρος με τον αναβάτη που καθόταν ανάποδα και έλεε δυνατά τις ρίμνες.
Ας δούμε τους απαραίτητους τύπους της μάσκαρας:
Ο Αράπης, είχε στη μέση ένα κουδούνι από πρόβατο, κρατούσε γιαταγάνι, που το ‘σειε στον αγέρα ζερβά-δεξιά και κάποιες βολές το έσερνε στο χώμα για να εξασφαλίσει την τάξη. Ήταν ο φόβος και τρόμος των μικρών παιδιών.
Ο Τσάφος, δηλαδή ο πολιτσμάνος που τηρούσε την τάξη.
Ο ντοτόρος/γιατρός, με τα σερβιτσιάλι (συσκευή για κλύσμα) αλλά και με άλλα ευρηματικά φουρνιμέντα (σύνεργα…) έγειανε τους πιο μπενεστάντε (εύπορους) άντρες, τους ξαλάφρωνε το πακουί (πορτοφόλι)-κίνηση απαραίτητη για να μαζευτούν τα έξοδα της μάσκαρας. Όσο πιο πλούσιος ο άρρωστος τόσο πιο σοβαρή η μαλαφράτζα ( μολυσματική αρρώστια) και συνέπεια τούτου πιο …φουσκωμένος λογαριασμός…
Η νοσοκόμα φρόντιζε με την ομορφιά και τα κουνήματά της να σκανταλίζει τσου άντρες για να τους πάει για εξέταση στο ντοτόρο.
Χαρακτηριστικό είναι το ποίημα του παπά- Τζήλιου:
Είμαι γιατρός περίφημος ηρτ’ από το Λονδίνο
γιατρεύω το σκασμό και τον κακό μαλίνο.
Στα Κουλουράτα κύριοι είχα την κλινική μου
Πεντάρα δεν απόχτησα ν’ αλλάξω το βρακί μου.
Και αλλιώς:
Είμαι γιατρός περίφημος ήρτ’ από τα Παρίσια
Γιατρεύω νιους και γέροντες ακόμα και κορίτσια
Και μερικώνε κοριτσιών γνωρίζω την αρρώστια
Και το δικό τσου γιατρικό τόχω ‘δω μεσ’ τη μπότσα.
Οι γιορτές γινόταν ούλες τσι Κυριακές τση Αποκριάς.
Κάθε Κυριακή διαφορετικό χωριό έπαιζε την μάσκαρα στο χοροστάσι του και ανέβαινε ο κόσμος από τη Σάμη και τα υπόλοιπα χωριά να συμμετάσχει στη φιέστα του χωριού.
Η μάσκαρα στη Σάμη γινόταν την Καθαρά Δευτέρα στην κεντρική πλατεία που είχε στηθεί το παλκοσένικο και ήταν έτοιμη η ορχήστρα με το ακορντεόν, την κιτάρα και απαραίτητα βιολί για το χορό που θα ακολουθούσε αλλά και το σκορτσάμπουνο που συνήθως ερχότανε μαζί με τσους μασκαράδες του κάθε χωριού.
Το Τραπέζι της Καθαράς Δευτέρας είχε σαρακοστιανά πλατοκούκια, ελιές κολυμπάδες, κρεμμυδάκια, κανένα μαρούλι και πσάρα (πισάρα) για πράσινες σαλάτες, φλαούνες (λαγάνες), χαλβάς, χάβαρα από την Πρέβεζα που τα έφερναν μόνο για αυτή τη μέρα μια και ήπρεπε να καταναλωθούν αμέσως και βέβαια το βοστιλίδι και η ρομπόλα είχαν την τιμητική τους. Το γλέντι συνεχιζόταν με πειράγματα, χορό, τραγούδι, πηγαίο ξεφάντωμα μέχρι αργά το βράδυ…όλοι ικανοποιημένοι έπαιρναν το δρόμο επιστροφής για τα χωριά τους και με τη σκέψη στην προετοιμασία για την επόμενη μάσκαρα.
Σταυρούλα Φλωράτου
Εκπαιδευτικός
π. Α/δρος Αδελφότητος Κεφαλλήνων &Ιθακησίων Πειραιώς.
Πηγές
– Σπύρου Σ. Λουκάτου, Λαογραφικά από τις εκδόσεις Φιλιππότη.
– Προφορικές μαρτυρίες φίλων από Σάμη, Καταποδάτα, Καραβόμυλο.
– Διαδίκτυο
-Προσωπικό αρχείο Ρούλας Φλωράτου: στίχοι παπά Τζήλιου, ρίμνες, Πεσάδα, φωτογραφία με τους πρωταγωνιστές του έργου “Γκόλφω και Τάσος”.
-Ευχαριστούμε για τη διάθεση φωτογραφιών τον φωτογράφο Παναγή Καβαλιεράτο για τη φωτογραφία με την ορχήστρα και τον ιστότοπο Βλαχάτα Σάμης για την φωτογραφία της μάσκαρας «Αϊντα».