Γεράσιμος Σωτ. Γαλανός
Το θέμα αυτό ήταν ανακοίνωσή μου στο συνέδριο που διοργάνωσε η Εταιρεία Κεφαλληνιακών Ιστορικών Ερευνών με θέμα : «Λαογραφία – Εθνογραφία στα Επτάνησα» στη μνήμη του Δημητρίου Σωτ. Λουκάτου (27-29 Μαΐου 2005) Αργοστόλι. Δημοσιεύτηκε στα πρακτικά του συνεδρίου σε τόμο της Εταιρείας, Αργοστόλι 2008, σ.σ. 551-560. Υπεύθυνος Σύνταξης Γεώργιος Ν. Μοσχόπουλος.
Ξαναδημοσιεύεται, λόγω που πολλοί φίλοι μου τηλεφωνούν για να μάθουν ποιοι ήταν οι στίχοι των Ριζοσπαστικών καλάντων του νησιού μας.
Τα κάλαντα είναι τραγούδια ευχετικά, που εξιστορούν το θρησκευτικό θέμα για τη γιορτή που λέγονται, έχουν δε επαίνους για τον νοικοκύρη, τη νοικοκυρά και τα άλλα μέλη της οικογένειας. Όταν μιλάμε για κάλαντα, συνήθως εννοούμε τα λόγια στιχουργήματα που λέμε παραμονές των τριών μεγάλων γιορτών του Δωδεκαήμερου της Χριστιανοσύνης: Των Χριστουγέννων, Της Πρωτοχρονιάς, Των Φώτων.
Τα κάλαντα πήραν το όνομά του από τις αρχαίες Ρωμαϊκές Καλένδες και μάλιστα του Γεναριού, που οι Ρωμαίοι, ελεύθεροι και δούλοι, άρχοντες και απλός λαός, μασκαρεμένοι και πιωμένοι ξεχύνονταν στους δρόμους και με λαϊκά ξεφαντώματα, γιορτάζανε το διπρόσωπο θεό Ιανό, που απ’ αυτόν πήρε και το όνομά του ο Ιανουάριος.
Βέβαια υπάρχουν κι άλλες παραδόσεις και το θέμα εμπλέκεται όλο και πιο πολύ. Μία από αυτές μιλάει για τρεις αδελφούς που έσωσαν τη Ρώμη από την φτώχια. Ήταν ο Κάλανδος, ο Νόννος και ο Ειδός, που ανέλαβαν να θρέψουν τους Ρωμαίους ,ο πρώτος για 12 ημέρες και τις ονόμασαν «Καλάνδας», ο δεύτερος για τις επόμενες 10 ημέρες που τις ονόμασαν «Νόννας»και ο τρίτος για τις 8 τελευταίες που τις έλεγαν «Ειδούς».Με την πάροδο του χρόνου, έμειναν μόνο τα κάλαντα της αρχής του Ιανουαρίου και που αργότερα προσαρμόστηκαν στον χριστιανικό κόσμο. Τα κάλαντα της χριστιανοσύνης περιγράφουν το ιστορικό της εορτής και «κόλλησαν» σ’ αυτά και τους εγκωμιαστικούς και ευχετικούς στίχους όπως τραγουδιόνταν παλιά.
Παρόλο που κάποιοι πατέρες της εκκλησία αντιδρούσαν για τα κάλαντα , αυτά ήταν συνήθεια του λαού και έθιμα προγόνων κι ήταν αδύνατο να τα ξεριζώσουν, να τα σβήσουν από τη μνήμη του λαού.
Τα κάλαντα τα νέα χρόνια , ευχετικά και εγκωμιαστικά άσματα, τραγουδιούνται τις παραμονές των μεγάλων χριστιανικών εορτών και ανήκουν στα ευετηριακά έθιμα
[1] Καραπατάκης Κώστας ,Το Δωδεκαήμερο, Παλιά Χριστουγεννιάτικα Ήθη και Έθιμα , Εκδόσεις
Παπαδήμα, Αθήνα, 1981,σ.σ 34-35. Επίσης για την καταγωγή των καλάντων οι
ειδικοί συμφωνούν πως έχουν ρίζες σε προχριστιανικά πρωτοχρονιάτικα έθιμα. Επίσης βλέπε. και Φαίδων Κουκουλέ,
«Βυζαντινών βίος και πολιτισμός» , τόμος Β , Αθήνα 1940, σ. σ. 13-19.
[1] Βλ. Κυριάκου Ζαχαρενάκη, Κάλαντα και παράδοση του Δωδεκαήμερου, εκδόσεις Δωδώνη, Αθήνα –
Γιάννινα 1986, σελ 149. Πρβλ Γεωργίου Α. Μέγα , Ελληνικαί εορταί και έθιμα της
λαϊκής λατρείας, Αθήναι 1963 σ. σ.47-48
[1] ευετηρία
είναι η καλοχρονιάΚάθε τόπος σήμερα έχει τα δικά του κάλαντα και μάλιστα με διαφορετική μουσική. Τραγουδιόνται άλλοτε χωρίς όργανα κι άλλοτε με συνοδεία οργάνων.
Παλιά ή εδώ και λίγες δεκαετίες , κυκλοφορούσαν οι λαϊκές φυλλάδες, που τις έλεγαν «στάμπες» με τον τίτλο « Τα κάλαντα» ή «Τα Καλημέρα».Σ’ αυτές τις φυλλάδες οφείλεται στο ότι κάλαντα διαφόρων περιοχών μοιάζουν στιχουργικά.
Τα κάλαντα της Κεφαλλονιάς, ιδιαίτερα των χωριών και λιγότερων των δύο πόλεων, Αργοστόλι – Ληξούρι, μοιάζουν με τον πανελλήνιο τύπο καλάνδων. Ωστόσο στην παρούσα μελέτη θα μελετηθούν κάλαντα που εκδόθηκαν στο νησί, πριν 160 χρόνια , και φαίνεται πως είναι σμίξη πανελλήνιων καλανδικών στίχων με στίχων έντεχνη ποιητική δημιουργίας.
Πρόκειται για τρία μονόφυλλα που παρουσιάζουν ομοιότητες τυπογραφικών και διακοσμητικών στοιχείων, παρόλο που είναι από δύο διαφορετικά τυπογραφεία.
Το πρώτο μονόφυλλο αφορά τα κάλαντα των Χριστουγέννων και έχει με τρεις διαφορετικούς τύπους τυπογραφικών στοιχείων, τον τίτλο «ΕΓΚΩΜΙΟΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΙΝ». Το μονόφυλλο με διαστάσεις 280χιλ χ 210χιλ και μέσα σε διακεκομμένο διάκοσμο, περικλείονται ο τίτλος και το ποιητικό κείμενο των καλάντων και την ταυτότητα του τυπογραφείου που τα έκδωσε. Ο διάκοσμος αν και διακεκομμένος συμμετρικά σε σχέση με το ορθογώνιο που σχηματίζει, είναι αλυσιδωτή γραμμή με ρόδακες κοσμημένη. Το ποιητικό μέρος των καλάντων στοιχίζεται σε δύο στήλες. Η πρώτη αριστερά με 32 στίχους και η δεύτερη δεξιά με 30 στίχους , κάτω δε από αυτούς η ευχετήρια κατάληξη των καλάντων με κεφαλαία «ΚΑΙ ΕΙΣ ΕΤΗ ΠΟΛΛΑ» και στον επόμενο στίχο η ταυτότητα του τυπογραφείου με κεφαλαία διπλά σε μέγεθος από τα προηγούμενα , «ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΟ Η ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑ»
[1]«Τα κάλαντα ή Καλημέρα» αχρονολόγητη έκδοση Κωνσταντινούπολη
Τα κάλαντα αυτά το ποιητικό τους κείμενο είναι παρμένο από παλιά φυλλάδα ,που έχει εκδοθεί στην Κωνσταντινούπολη και έτσι δε συντρέχει λόγος για την γλωσσική τους ανάλυση, αφού δεν υπάρχουν καθόλου κεφαλλονίτικοι γλωσσικοί ιδιωματισμοί ούτε έχουν κανένα στίχο με ριζοσπαστικό περιεχόμενο.
Το δεύτερο μονόφυλλο, 300 χιλ Χ 230, αφορά τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς με τίτλο «ΕΓΚΩΜΙΟΝ ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΓΙΟΝ ΒΑΣΙΛΕΙΟΝ ΚΑΙ ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΕΡΙΤΟΜΗΝ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ.» Το ποιητικό κείμενο περικλείεται μέσα σε τυπογραφικό διάκοσμο, παριστάνει δε αλυσιδωτό πλαίσιο που στο εσωτερικό τού κάθε μαύρου κρίκου εικονίζεται ρόδακας. Στις τέσσερις πλευρές και στο κέντρο της κάθε πλευράς η διακόσμηση αλλάζει αρμονικά, χωρίς διακοπή με παραστάσεις από φύλλα φοινίκων. Στο πάνω μέρος μέσα σε στεφάνι δάφνινο, αναγράφεται η χρονολογία 1854. Ακριβώς από κάτω είναι τυπωμένος ο τίτλος «ΕΓΚΩΜΙΟΝ ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΓΙΟΝ ΒΑΣΙΛΕΙΟΝ ΚΑΙ ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΕΡΙΤΟΜΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ» με τρεις διαφορετικές γραμματοσειρές και μεγέθη, ώστε να διαφοροποιεί τον τίτλο από το κυρίως κείμενο. Ακολουθεί γραμμικός διάκοσμος. Το ποιητικό κείμενο δομείται σε δύο στήλες: η πρώτη αριστερά με 28 στίχους , ενώ η δεύτερη με 26 και κάτωθι απ’ αυτή το ευχολόγια με κεφαλαία γράμματα «ΚΑΙ ΕΙΣ ΕΤΗ ΠΟΛΛΑ». Ακολουθεί τυπογραφική γραμμή και κάτω απ’ αυτήν υπάρχει η ταυτότητα της πηγής έκδοσης «ΕΚ ΤΗΣ ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΑΣ Η ΣΑΛΠΙΓΞ.»
Τα κάλαντα αυτά φαίνεται πως είναι δημιουργία κάποιου λόγιου της εποχής και είχε σχέση με το τυπογραφείο. Ο άγνωστος ποιητής ακολουθεί τον 15σύλλαβο στίχο και την ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία. Σε κάποιους στίχους που ομοιοκαταληκτούν τελειώνει με την ίδια ακριβώς λέξη ,που μάλλον ο ποιητής να ήθελε να τονίσει κάτι.
Ακολουθεί ο ποιητής τα θρησκευτικά γεγονότα όπως τα λένε τα συναξάρια και οι άγιες γραφές που αφορούν τον Άγιο Βασίλειο και το κείμενο σ’ όλη του την πορεία φαίνεται πως είναι δημιούργημα του λαού. Τα κάλαντα αυτά με μια προσεκτική ματιά στο κείμενό τους μπορούμε να τα χωρίσουμε σε 27 προτάσεις που η κάθε μια συνδέεται με την άλλη αβίαστα και κορυφώνουν το νόημα και το θέμα Η κάθε πρόταση αποτελείται από δύο στίχους. Η πρώτη ανίχνευση στίχων που μεταφράζονται νοηματικά για δικαιολογία επαναστατικών πράξεων είναι στο έκτο δίστιχο, «πρόταση», που μιλάει για του ότι ο Άγιος Βασίλειος δεν παρέβει εντολή. Ο άγνωστος ποιητής εκφράζεται ποιητικά ότι δε παρέβει τους νόμους και ότι δεν έχουν δικαίωμα να τον κατακρίνουν, ταυτίζει την πράξη του με αυτή του Αγίου Βασιλείου.
…Και δια να μην έχουσιν οι φθονεροί να λένε,
Το πώς παρέβ’ η εντολή ,και άλλα πολλά να λένε.
…..
Στη δεύτερη στήλη υπάρχει ποιητικό συναίσθημα και παρακαλεί τον Άγιο Βασίλειο στα σπίτια που τον τραγουδούν να τα προστατεύει και να τους φυλάγει στη ζωή. Σ’ αυτή τη στήλη στον 11ο στίχο έως και τον 24ο στίχο υπάρχουν λόγια με ριζοσπαστικό περιεχόμενο. Λέει στο Άγιο Βασίλειο «Και φύλαγέ τους την ζωήν, το βιός τους νάναι πλήθη» και στον επόμενο στίχο εύχεται στα σπίτια που έχουνε και τόν πιστεύουν να ελευθερωθούν «απ’ των τυράννων τα αισχρά νύχια». Χαρακτηριστικός στίχος της εποχής, που φαίνεται να είναι παρμένος από άλλο επαναστατικό τραγούδι, ωστόσο ήταν ευρεία διαδεδομένος και προσφιλής λόγω πολιτικών καταστάσεων, είναι «Ώ! Μή φοβείσθε αδελφοί!» . Στο κείμενο ο άγνωστος δημιουργός εκφράζει την επιθυμία της μεσιτείας του Αγίου προς τον Θεό για λευτεριά. Επίσης δίνεται πολύ γλαφυρά η εικόνα της διαφορετικής διοίκησης των νησιών, ο αριθμός των οποίων αναφέρεται πως είναι επτά και χαρακτηρίζονται σκλαβωμένα.
Στην πορεία του ποιητικού κειμένου χρησιμοποιεί το ρήμα και τη φράση «Ετύραξα στον ουρανό και είδα τη Ελλάδα». Αναγνωρίζει έτσι τη μητέρα πατρίδα και την οραματίζεται πως κυνηγά τους ασεβείς με τη «διχονοίας δάδα».Εδώ διαπιστώνεται πως ο ποιητής έλπιζε και πίστευε πως η λευτεριά των Επτανήσων θα γίνει από την Ελλάδα. Στη συνέχεια ξανακοιτά , (Ετύραξα ..Και πάλι εματακύταξα) και βλέπει την Ελλάδα με το σύμβολο της, τη σημαία, που ως «δίστομος ρομφαία», να κυνηγά τους ασεβείς .
[1]Πρβλ το άσμα «Ο καιρός αδελφοί», που αποδίδεται στον Ρήγα Φεραίο και έχει συμπεριληφθεί στη συλλογή τραγουδιών «Τερψιχόρη» έκδοση 1893 του Αναστασίου Μάλτου. Επίσης για το άσμα αυτό μας πληροφορεί ο Σπυρίδωνας Γ. Μαλάκης στο έργο του «Απομνημονεύματα επί της συγχρόνου ιστορίας», Αθήνα 1895, σ. σ. 190- 191 , ότι είναι του Ρήγα Φεραίου και μάλιστα ότι τραγουδιόταν σε μορφή εμβατηρίου και στην Κεφαλλονιά.
[1] Δηλαδή κοίταξα. Το ρήμα όπως ακριβώς αναγράφεται στο
μονόφυλλο του 1854, διατηρείται ακόμη και σήμερα στην κεφαλλονίτικη ντοπιολαλιά
και μάλιστα στα κάλαντα που ακούγονται τα σημερινά χρόνια.
[1]Χρησιμοποιεί
πάλι το ρήμα «ετύραξα» για
δεύτερη φορά ως « εματακύταξα», και προς
τους τελευταίους στίχους των αυτών των καλάντων , για τρίτη φορά ξαναλέει το
ρήμα «εκύταξα». Το ρήμα αυτό διατηρείται
ακόμη και σήμερα στα κάλαντα που τραγουδάμε με την ίδια σημασία αλλά άλλη
ορθογραφία. Λειτουργεί δε στο όλο ποιητικό κείμενο των καλάντων ως στοιχείο που κορυφώνει τη όλη υπόθεση και
συγχρόνως φθάνει τα ευχετήρια κάλαντα στο τέλος τους.
[1] Είναι
φανερό εδώ ότι οι «ασεβείς», είναι οι Άγγλοι κατακτητές της Κεφαλληνίας και
ευρύτερα Επτανήσου.Το τρίτο μονόφυλλο με τίτλο «ΕΓΚΩΜΙΟΝ ΕΙΣ ΤΑ ΑΓΙΑ ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ» αν κι αχρονολόγητο φαίνεται να είναι σύγχρονο με τη χρονολόγηση του προηγούμενου, 1854.
Οι γραμματοσειρές που χρησιμοποιούνται στο συγκεκριμένο έργο είναι ίδιες με αυτές του Εγκωμίου του Αγίου Βασιλείου και αριθμητικά και αισθητικά, με ουρίτσες απλές ή με φορτωμένο διάκοσμο.
Στα κάλαντα των Θεοφανείων υπάρχει η ίδια αλυσιδωτή παράσταση διάκοσμου με μικρή διαφοροποίηση απ’ το μονόφυλλο καλάντων της Πρωτοχρονιάς. Η διακόσμηση πλαισιώνει το ποιητικό θρησκευτικό κείμενο στις γωνίες αφήνοντας κενό στα κέντρα των τεσσάρων πλευρών. Κάτι ανάλογο χωρίς επιπρόσθετη διακόσμηση με φοίνικες και άλλα άνθη με κομμάτια αλυσιδωτά σχηματίζουνε πλαίσιο εντός του οποίου είναι τυπωμένα τα κάλαντα των Χριστουγέννων.
Κι εδώ ο άγνωστος ποιητής μιμείται τη λαϊκή ποιητική μούσα και ακολουθεί πιστά τα γεγονότα της Θείας Βάπτισης , σύμφωνα με το Ευαγγέλιο. Πετυχαίνει τη ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία και τον 15σύλλαβο στίχο. Προσαρμόζει τη λέξη «εκ Περσίας» σε «Περσίδος» για να προσθέσει και να σχηματίσει ομοιοκαταληξία σε ριζοσπαστικό στίχο, που τον εμβάλει στο πρώτο μέρος αυτών των καλάντων.
..Εκεί τον απαντήσανε τρεις μάγοι εκ Περσίδος,
Και δός μας ελευθέρωσιν εκ πάσης τυραννίδος.
Τα κάλαντα αυτά έχουν την ίδια ποιητική δομή με τα προαναφερμένα της Πρωτοχρονιάς και των Χριστουγέννων, λόγω που παρουσιάζουν το κείμενό τους σε δίστιχες προτάσεις.
Το βασικό ριζοσπαστικό ποιητικό κείμενο παρουσιάζεται στη δεύτερη στήλη κι από τον 15ον στίχο έως τον 20ον .Επίσης είναι τοποθετημένο προς το τελείωμα του κειμένου, μικρότερο από το αντίστοιχο των καλάντων της Πρωτοχρονιάς του 1854, αλλά με ομοιότητες και ίδιο χαρακτήρα στο αγωνιστικό πνεύμα για απαλλαγή από τον Άγγλο τύραννο.
Συγκρίνοντας τα δύο μονόφυλλα με τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς και των Θεοφανείων , βρίσκουμε μικρές λεκτικές διαφορές, που μπορεί να είναι τυχαίες ή και να εκφράζουν μεγαλύτερη επιθυμία για Ένωση και πιο σκληρή αντιμετώπιση προς τον κατακτητή. Στα κάλαντα του Αγίου Βασιλείου χαρακτηρίζει τους Άγγλους με το επίθετο «ασεβείς», ενώ στα κάλαντα των Θεοφανείων υπάρχει και η πρόσθετη λέξη «εχθροί».Άξιοι λόγου είναι η ακόλουθη δίστιχη πρόταση που με μικρή λεκτική διαφορά παρουσιάζεται «κοινή» στα κάλαντα του Αγίου Βασιλείου και των Θεοφανείων :
«Ετύραξα στον ουρανόν και είδα την Ελλάδα
Ν’ανάψει εις τους ασεβείς , την διχονοίας δάδα»
………………
Με τούς στίχους αυτούς ο ποιητής αυτών των καλάντων, εύχεται στην Ελλάδα που στέκεται στον ουρανό δίπλα στη Σημαία: « Ν’ ανάψει εις τους ασεβείς την διχονοίας δάδα». Θεωρώ ότι με τους στίχους αυτούς γίνεται έκκληση στους πολιτικούς της Ελλάδας να σπείρουν «κοινά δαιμόνια» , δηλαδή διχόνοια , όπως ο ίδιος χρησιμοποιεί στους εχθρούς-ασεβείς- καταπατητές της Επτανήσου.
Στο σχεδόν νεοσύστατο ελληνικό κράτος υπήρχαν τότε τάσεις ευρωπαΐζουσες που δημιουργούσαν άσχημες πολιτικές καταστάσεις, με κυρίαρχη την Αγγλογαλλική κατοχή και την οποία κατέπνιξε βίαια το εθνικό φρόνημα των Ελλήνων.
Στο μονόφυλλο των καλάντων των Θεοφανείων στους παρεμφερείς στίχους υπάρχει η διαφοροποίηση ως εξής:
«Να ενωθώμεν όλοι μας με την Σεπτήν Ελλάδα,
Ν’ανάψωμεν εις τους εχθρούς την διχονοίας δάδα.»
΄
Αυτός ο στίχος δίνει τη δυνατότητα να προσδιοριστούν χρονικά τα αχρονολόγητα κάλαντα των Θεοφανείων (του μονόφυλλου), και να τα τοποθετήσουμε μεταγενέστερα, αν όχι πολύ, από τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς, γιατί κατά πως φαίνεται τα πράγματα στην Ελλάδα είχαν καταλαγιάσει.
Το κατά πόσο αυτά τα κάλαντα του Αγίου Βασιλείου και των Θεοφανείων και ιδιαίτερα τα ριζοσπαστικά λόγια τους έγιναν γνωστά και τραγουδήθηκαν δεν μπορούμε να το πούμε με σιγουριά. Το ότι κυκλοφόρησαν είναι βέβαιο, μπορεί και να έμειναν στο χαρτί , στη λεγόμενη στάμπα, γιατί δε σώθηκε καμιά γραπτή μαρτυρία γι’ αυτή την περίπτωση. Ως όμως στέκει, και το ό,τι μπορεί να τραγουδήθηκαν και να εξυπηρέτησαν το σκοπό του αγώνα ενάντια στον κατακτητή. Όμως θα πρέπει να εγκαταλείφθηκα αμέσως μετά την ΈΝΩΣΗ ,γιατί ήδη είχε επιτευχθεί ο σκοπός.
Στη μελέτη για τις εορτές του Δωδεκαημέρου στην Κεφαλλονιά , ο Λαογράφος –καθηγητής Δημήτριος Λουκάτος , μας παραδίνει τα κάλαντα του Αγίου Βασιλείου, που ευτυχώς διατηρούνται έως σήμερα στο νησί μας. Αν και το κείμενο αυτών των καλάντων είναι πανελλήνιο, με μικρές παραλλαγές ανά τόπο εδώ στην Κεφαλλονιά, διαφοροποιείται στο μέρος με τους ευχετήριους στίχους. Το ίδιο ισχύει και για μελέτη- άρθρο του Νικόλαου Τζουγανάτου. Γράφει και σχολιάζει αρκετές μικροπαραλλαγές πού παρουσιάζονται στα διάφορα μέρη του νησιού για τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς και στις πληροφορίες ταυτίζεται με τη μελέτη του καθηγητή Λουκάτου.
Παραλληλίζοντας τις μελέτες για τα κάλαντα της Κεφαλλονιάς , του Λουκάτου και του Τζουγανάτου, υπάρχουν κοινά στοιχεία , ιδιαίτερα όμως βρίσκουμε να είναι ο εναρκτήριος τρόπος τους: «Καλήν ημέραν άρχοντες…» και το τέλος που είναι προτρεπτικό για τις επόμενες γιορτές του 12ημέρου.
Αναζητώντας τον άγνωστο ποιητή και ριζοσπάστη των καλάντων ή κάποια άλλη πληροφορία που να οδηγήσει προς αποκάλυψη της μορφής και της δράσης του, θα πρέπει να μελετηθεί ο χώρος που δημιουργήθηκε αυτό το μονόφυλλο. Αυτός ο χώρος δεν είναι άλλος από το τυπογραφείο Κεφαλληνίας «Η ΣΑΛΠΙΓΞ». Άλλωστε στα ίδια τα μονόφυλλα αναγράφεται στο τέλος η ταυτότητα του τυπογραφείου που τα έκδωσε.
[1] (Εξεγέρσεις-σχηματισμός- κυβέρνησης Μαυροκορδάτου-παραίτησή
του 9/5/1855-Σχηματισμός κυβέρνησης Βουλγαρη- αποχώρηση Αγγλογαλλικών
στρατευμάτων- άνοιξη 1857) .
[1]Βλ. Δημήτριος Σ Λουκάτος , Το Δωδεκαήμερο κι οι τρεις Γιορτές του στην Κεφαλλονιά , Αθήνα 1971 και του Ιδίου, Χριστουγεννιάτικα και των γιορτών,
έκδοση Φιλιππότη , Αθήνα 1997, σ.σ.17-33.
[1]Νικόλαος Δ
Τζουγανάτος , «Πρωτοχρονιάτικα
κάλαντα της Κεφαλονιάς», Περιοδικό «Παρνασσός»,
τόμος ΙΘ, Αριθμ. 1 και αναδημοσίευση στο
, Μελετήματα ιστορίας και λαογραφίας της
Κεφαλλονιάς , έκδοση του Συλλόγου «Λειβαθώ» Κεφαλονιάς Αθήνα 1996,
τόμος 2ος σ.σ.736-752. Για το τυπογραφείο «Η ΣΑΛΠΙΓΞ» έχουμε πληροφορίες για τη δράση του και τον πολιτικό του χαρακτήρα σε μελέτη του Δεμπόνου : «Στα 1854 το τυπογραφείο «Η ΣΑΛΠΙΓΞ», αποβάλλοντας τελείως τον πολιτικό του χαρακτήρα του, μένει αποκλειστικά επαγγελματική-κερδοσκοπική επιχείρηση! Τότε είναι που περιέχεται στον επαγγελματία τυπογράφο Γεώργιο Κυριακάτο του Μαρή, ασχολούμενο κυρίως με την εκτύπωση φυλλαδίων και μονοφύλλων, καθώς και λόγων και εγκωμίων ,που κάποιοι μωροφιλόδοξοι θέλουν να αποθανατίσουν ( λόγοι εγκωμιαστικοί, επικήδειοι, πανηγυρικοί, παραινετικοί)...Επίσης τυπώνει ακολουθίες και βοηθήματα». Ο Δεμπόνος μας λέει επίσης πως το διάστημα αυτό η οικογένεια Πολλάνη, δραστήρια πολιτικοποιημένη σ’ όλα τα επίπεδα ( εκκλησιαστικά, εκπαιδευτικά, δημοσιογραφικά, κοινωνικά και οικονομικά ακόμα) εμπιστεύεται στο τυπογραφείο αυτό τα πονήματά της.
Δεν μπορούμε όμως να αποδώσουμε τα κάλαντα αυτά ούτε στον Γεώργιο Κυριακάτο, που δεν ξέρουμε εάν είχε την ποιητική ιδιαιτερότητα, ούτε και στον Πολλάνη -ιερέα ,διότι σε ανάλογες περιπτώσεις μονοφύλλων και παρόμοιων έργων του αναγράφεται η πνευματική του συμμετοχή ή δημιουργία, δηλαδή το όνομά του.
Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε πως τα κάλαντα αυτά παρουσιάζουν ενδιαφέρον , αφού είχαν σκοπό πέρα από το θρησκευτικό αίσθημα να τονώσουν και να ξυπνήσουν την επιθυμία για Ένωση. Ωστόσο η αναζήτηση υλικού με παρόμοιο περιεχόμενο σε κάλαντα που να μεταφέρουν το ριζοσπαστικό πνεύμα κι εγερτήριο για Ένωση , δεν έχει προκύψει στα υπόλοιπα νησιά του Ιονίου Πελάγους. Βεβαιώνεται δε ακόμη μια φορά , πως η Κεφαλληνία ήταν αρχάγγελος ριζοσπαστικής ιδέας και το καθαυτό λίκνο του ριζοσπαστισμού.
Το 1854,πέντε χρόνια από τις λαϊκές εξεγέρσεις του 1848 και 1849, δεν εγκαταλείφθηκε η ιδέα της Ένωσης ούτε τα οράματα των Ριζοσπαστών και οι αγώνες τους. Απεναντίας θα περάσουν και θα αποτυπωθούν στον τοπικό και επτανησιακό τύπο. Συνάμα και στον καταπιεσμένο λαό που προσπαθούσε να αδράξει την ευκαιρία για αγωνιστική έκφραση και αποτίναξη του δυνάστη.
Τα δύο τυπογραφεία « Η Κεφαλληνία» και « Η Σάλπιγξ» θα εκδώσουν ριζοσπαστικές εφημερίδες και άρθρα, ιδιαίτερα το τυπογραφείο « Η Σάλπιγξ», που θα συνεργαστεί με την πολιτική λέσχη «Ο Κοραής» και θα τονώσουν το ριζοσπαστικό ήθος.
Ως επίλογος πέρα από τους ιστορικο-λαογραφικούς προβληματισμούς. εκφράζω τη χαρά της αποκάλυψή αυτών των καλάντων και θέλω να πιστεύω, πώς κάποιοι προγονοί μου ή προγονοί μας, τριγύριζαν πόρτα πόρτα, καντούνι και ρούγες και τα τραγουδούσαν με καμάρι..
[1] Αγγελο- Διονύσης
Δεμπόνος , Το τυπογραφείο
Κεφαλληνίας , «Η Σάλπιγξ»,
Κεφαλληνιακά Χρονικά τόμος 9ος
(1999-2003), Αργοστόλι 2003, σ. σ. 258-259.
[1]Βλέπε
Τσιτσέλη Ηλία , Κεφαλληνιακά Σύμμικτα,
Αθήνα 1904, τόμος 1ος ,σελ 866.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου