Οι άνθρωποι που αφαιρούν πέη από τα social media
Στρατιές δεκάδων χιλιάδων εργαζομένων σε χώρες του Τρίτου Κόσμου αφαιρούν καθημερινά άσεμνες ή αποκρουστικές εικόνες από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η δουλειά τους είναι άλλοτε απάνθρωπη και άλλοτε… επικίνδυνα πολιτική.
Στο Μπακόρ, μια πόλη μόλις 20 χιλιόμετρα από τη Μανίλα στις Φιλιππίνες, δεκάδες εργάτες μπαίνουν κάθε πρωί σε ένα από τα πιο περίεργα γραφεία του πλανήτη.
Πάνω σε πάγκους υπάρχουν μεγάλες οθόνες υπολογιστών στις οποίες εμφανίζονται οι πιο αποκρουστικές φωτογραφίες και βίντεο που μπορεί να σκεφτεί κανείς: από «αθώες» εικόνες με πέη (dick pics) μέχρι σκηνές βιασμού ανηλίκων ή αποκεφαλισμούς θυμάτων του ISIS. Κάθε εργάτης έχει στη διάθεσή του μερικά δευτερόλεπτα για να αποφασίσει αν η κάθε εικόνα μπορεί να εμφανιστεί σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή πρέπει να διαγραφεί – ενδεχομένως μαζί με τον χρήστη που θέλησε να τις ποστάρει στον λογαριασμό του.
Στα πολυτελή γραφεία αμερικανικών κολοσσών, όπως η Facebook και η Twitter, η συγκεκριμένη εργασία παρουσιάζεται με τον βαρύγδουπο τίτλο «content moderation». Η πραγματικότητα, όμως, που είδε στις Φιλιππίνες ο δημοσιογράφος του περιοδικού Wired, Αντριαν Τσεν, έμοιαζε βγαλμένη από την κόλαση του Δάντη. Ενα νέο προλεταριάτο της ψηφιακής εποχής λειτουργεί σαν ανθρώπινο σφουγγάρι απορροφώντας όλη τη βρομιά που ο υπόλοιπος πλανήτης δεν θέλει ή δεν αντέχει να δει.
Τουλάχιστον 100.000 άνθρωποι υπολογίζεται ότι απασχολούνται σε εταιρείες υπεργολάβων στον συγκεκριμένο τομέα – δηλαδή διπλάσιος αριθμός από τους εργαζόμενους της Google και 14 φορές περισσότεροι από όσους εργάζονται στη Facebook. Οι ιστορίες που έχουν να διηγηθούν ξεπερνούν την πιο διεστραμμένη φαντασία και συνήθως λειτουργούν σαν οδοστρωτήρας για την ψυχική τους υγεία.
Αρκετοί φοιτητές, που έκαναν την ίδια δουλειά στις ΗΠΑ για να συμπληρώνουν το εισόδημά τους, ανέπτυξαν αντικοινωνική συμπεριφορά ή οδηγήθηκαν στον αλκοολισμό και την παχυσαρκία, ενώ πολλοί πέρασαν δεκάδες ώρες σε ψυχολόγους για να ξεπεράσουν το σοκ.
Στις Φιλιππίνες η κατάσταση είναι προφανώς η ίδια, με τη διαφορά ότι οι εταιρείες υπεργολάβων δεν προσφέρουν ψυχολογική υποστήριξη στους εργαζομένους τους και οι ιστορίες τους σπάνια φτάνουν στα διεθνή μέσα ενημέρωσης. Αποτελεί, μάλιστα, ειρωνεία της τύχης ότι οι αμερικανικές εταιρείες προτιμούν Φιλιππινέζους εργαζόμενους όχι μόνο για τους χαμηλούς μισθούς αλλά και γιατί έχουν κοινά πολιτισμικά χαρακτηριστικά με τους Αμερικανούς πολίτες, αφού η χώρα τους αποτελούσε αποικία των ΗΠΑ.
Οι συνθήκες εργασίας δεκάδων χιλιάδων υπαλλήλων είναι ένα μόνο από τα προβλήματα στον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζονται οι αμερικανικές εταιρείες τις εικόνες σεξουαλικού περιεχομένου και πολύ περισσότερο τις σκηνές βίας. Ηδη από τη δεκαετία του ’90 τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και οι κυβερνήσεις κατάλαβαν ότι η βία αποτελεί δύναμη όχι μόνο γι’ αυτόν που την ασκεί αλλά και γι’ αυτόν που μπορεί να την προβάλλει.
Την περίοδο της «αραβικής άνοιξης» και πολύ περισσότερο κατά τη διάρκεια αντικυβερνητικών διαδηλώσεων σε εχθρικές για τις ΗΠΑ χώρες, όπως το Ιράν, το Twitter, το Youtube και το Facebook παραβίασαν τους δικούς τους κανόνες προβάλλοντας σκληρές εικόνες βίας οι οποίες σε διαφορετικές συνθήκες θα είχαν απαγορευθεί. Το ίδιο δεν συνέβη, όμως, στις ΗΠΑ, όπου το Facebook αποδέχεται πολύ συχνά αιτήματα της αστυνομίας να κατεβάσει υλικό με σκηνές κρατικής βαναυσότητας ή δολοφονίες μαύρων από αστυνομικούς.
«Ιδιαίτερη μεταχείριση» φαίνεται ότι έχουν και οι εικόνες βίας από τα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, καθώς οι λογαριασμοί που τις προωθούν –με στόχο να καταγγείλουν τα εγκλήματα του Ισραήλ– βρίσκονται πολύ συχνά αποκλεισμένοι για ημέρες ή και διά παντός από τα αμερικανικά μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Σύμφωνα με εσωτερικά έγγραφα της Facebook, που διέρρευσαν στα μέσα του 2017, οι λογοκριτές της εταιρείας είχαν εντολές να μπλοκάρουν αναρτήσεις που υποστηρίζουν τη «χρήση βίας εναντίον (στρατιωτικής) κατοχής όταν αυτή ασκείται από διεθνώς αναγνωρισμένα κράτη».
Αυτό πρακτικά σήμαινε ότι λογαριασμοί Παλαιστινίων που καλούσαν σε αντίσταση εναντίον του Ισραήλ ή κατοίκων του Κασμίρ που στρέφονταν εναντίον της Ινδίας λογοκρίνονταν αμέσως. Αν και η Facebook ανακοίνωσε ότι έχει τροποποιήσει τον συγκεκριμένο κανονισμό, ο βραβευμένος με Πούλιτζερ δημοσιογράφος Γκλεν Γκρίνγουολντ κατήγγειλε την περασμένη εβδομάδα ότι η εταιρεία εξακολουθεί να λειτουργεί σαν «συνεργάτης» του Ισραήλ.
Ο ίδιος παρουσίασε δεκάδες περιπτώσεις στις οποίες η εταιρεία μπλόκαρε λογαριασμούς Παλαιστινίων ενώ επιτρέπει σε Ισραηλινούς να καλούν ανοιχτά σε εθνοκάθαρση των Παλαιστινίων. Αν και η σχετική πολιτική αφορά κυρίως τα γραπτά μηνύματα, είναι προφανές ότι θα επηρεάζει και την επιλογή του οπτικού υλικού. Πρόσφατα, μάλιστα, η Facebook μπλόκαρε προσωρινά τον επίσημο λογαριασμό της Φατάχ επειδή περιείχε μία ιστορική φωτογραφία του Γιάσερ Αραφάτ με ένα αυτόματο όπλο.
Για άλλη μια φορά, μια χούφτα αμερικανικών εταιρειών, που ασκούν σχεδόν μονοπωλιακό έλεγχο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, μετατρέπουν ένα υπαρκτό πρόβλημα –την ανάρτηση, δηλαδή, άσεμνου ή αποκρουστικού υλικού– σε πανίσχυρο πολιτικό όπλο. Και για άλλη μια φορά, η λύση βρίσκεται μπροστά στα μάτια μας: κανενός είδους μονοπώλιο δεν μπορεί να βρίσκεται στα χέρια ιδιωτών. Ολα πρέπει να περάσουν αμέσως υπό δημόσιο, κοινωνικό έλεγχο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου