Τα αιματηρά γεγονότα του Μάη του 1936 στην Θεσσαλονίκη ξέσπασαν αυθόρμητα, με αφορμή την απεργία του καπνεργοστασίου «Κομέρσιας». Οι εργάτες είχαν υποβάλει τα αιτήματά τους στον εργοδότη και όταν αυτός τα απέρριψε, κατέλαβαν το εργοστάσιο, κλείστηκαν μέσα σε αυτό και με πανό και μαύρες σημαίες στα παράθυρα ζητούσαν συμπαράσταση των άλλων εργοστασίων. Σε λίγες μέρες κηρύσσεται παν – καπνεργατική απεργία κι από τις δύο συνομοσπονδίες και σωματεία, των συντηρητικών από τη μια και της Ενωτικής – που επηρέαζε το ΚΚΕ – από την άλλη.
Ο ταγματάρχης Μαρινάκης μιλά στους συγκεντρωμένους λίγο πριν από την κηδεία των θυμάτων (10 Μάη).
Έχει προηγηθεί η συναδέλφωση απεργών και στρατεύματος.
Ήταν ακόμα η εποχή που η πολιτική του σταλινισμού ήταν υπέρ της γενίκευσης των απεργιών. Όταν η απεργία άρχισε να επεκτείνεται μέσα στους άλλους κλάδους, παίρνοντας γενικότερο χαρακτήρα, οι σταλινικοί που είχαν την πλειοψηφία, δίνουν εντολή να μετατραπούν οι διοικήσεις των σωματίων σε απεργιακές επιτροπές, οι δε γραμματείς τους να αποτελέσουν την Κεντρική Απεργιακή Επιτροπή. Και αυτό δίχως να προηγηθούν συνελεύσεις των σωματείων για να εκλέξουν οι ίδιοι οι εργάτες απεργιακές επιτροπές. Δεν έγινε καμία γενική συγκέντρωση, αλλά σε διάφορες συγκεντρώσεις σε σημεία της πόλης, ομιλητές από πρόχειρα βήματα μιλούσαν στο λαό. Σε μια τέτοια συγκέντρωση κοντά στην διασταύρωση Εγνατίας και Βενιζέλου, οι χωροφύλακες του Ε’ Αστυνομικού Τμήματος – που βρισκόταν στην Εγνατία απέναντι από τα λουτρά «Παράδεισος» στην πλατεία Αριστοτέλους – πυροβόλησαν χωρίς λόγο πάνω στους συγκεντρωμένους εργάτες και σκότωσαν 7 – 8. Κατόπιν πυροβολούν και σε άλλα σημεία, προσπαθώντας να διαλύσουν τους συγκεντρωμένους, σκοτώνοντας και άλλους, ανάμεσα σ’ αυτούς και γυναίκες. Οι σκοτωμένοι ήταν τελικά πάνω από 12 και οι τραυματίες πάνω από 300.