Tης Τασουλας Καραϊσκακη
Από την << Καθημερινή >>.
Σε δέκα χρόνια θα έχει ολοκληρωθεί το εθνικό κτηματολόγιο, υπολογίζει η κυβέρνηση. Ομως σε δέκα χρόνια θα έχουν αλλάξει παρά πολλά, κυρίως στα μετρίως αξιοποιημένα νησιωτικά, παραθαλάσσια και ορεινά θέρετρα. Σε 10 χρόνια, επί το ρεαλιστικότερον σε 20 (αφού στα πρώτα 15 κτηματογραφήθηκε μόνο το 10% της έκτασης της χώρας), θα έχουν αφανιστεί καλλιέργειες και δάση (από πρόθεση κατά 26%, από αμέλεια κατά 43% - Δ. Καϊλίδης, ΑΠΘ), για να γίνουν μεζονέτες προς πώληση, στούντιο προς ενοικίαση - το «ελληνικό όνειρο» έχει ακόμη την υφή, το χρώμα, τη μυρωδιά του τσιμέντου. Οι ντόπιοι θα σπεύσουν να «απελευθερώσουν» κι άλλη γη, για τη μία και μόνη παραδεκτή χρήση της, όσο όλα ακόμη παίζονται, όσο οι άνθρωποι στις υπηρεσίες είναι «δικοί τους», όσο υπάλληλοι λαδώνονται, αιρετοί χρυσώνονται, συντοπίτες «δεν γνωρίζουν».
Επειδή τα παραδείγματα είναι πιο ευκολαπόδεικτα από τα θεωρήματα, θα παρατεθεί ένα. Εκείνο της ραγδαία οικοδομούμενης Λευκάδας, που μεταμορφώνεται ταχύτατα από ευλογημένος αλώβητος τόπος σε άναρχα στημένη αντιαισθητική τουριστική βιοτεχνία. Το δάσος μεταξύ Καρυάς και Εγκλουβής που κάηκε προχθές (όλως τυχαίως οι φλόγες «έφαγαν» τις περασμένες ημέρες δασικές εκτάσεις και στο λοιπό ανερχόμενο Ιόνιο, σε Κεφαλονιά, Ζάκυνθο, Κύθηρα) ήταν ένας παράδεισος. Ο φιδίσιος δρόμος ξετυλιγόταν μέσα σε μια σφύζουσα βλάστηση απαράμιλλης ομορφιάς, αλλού πλατάνια, αλλού πεύκα, αλλού το τυπικό λευκαδίτικο ανάκατο πράσινο από ελιές, κυπαρίσσια, βελανιδιές, σκίνα, κουμαριές. Ελεγες, δεν μπορεί σ’ αυτή τη ρημαγμένη από το μπετόν χώρα με τους πειναλέους αδίσταχτους κατοίκους να υπάρχει τέτοιο γάργαρο εκρηκτικό τραγούδι απείραχτης ζωής. Ε, λοιπόν, δεν υπάρχει πια. Αυτό δεν θα αποτελούσε «ανεπανόρθωτη απώλεια», αν μπορούσε να διασφαλιστεί ότι θα αναγεννηθεί.
Ο πραγματικός όλεθρος δεν είναι η πυρκαγιά, είναι αυτό που κάνει ο άνθρωπος πάνω στα καμένα. Τα δάση καίγονται, από δόλο ή ανευθυνότητα, επειδή οι δραστηριότητές μας πλησίασαν σ’ αυτά, επειδή οι αλλοτινοί άνθρωποι του δάσους (υλοτόμοι, βοσκοί, ρητινοσυλλέκτες, μελισσοκόμοι) δεν ζουν πια εκεί. Επειδή δεν γίνεται πλέον χρήση των εύφλεκτων ξερόκλαδων, επειδή δεν υπάρχει οργάνωση. Τα δάση καίγονται. Καίγονταν κάθε 150 με 200 χρόνια, ακόμη κι όταν δεν υπήρχε ο άνθρωπος. Και ξαναθέριευαν. Η φωτιά βοηθά στη διατήρηση των μεσογειακών συστημάτων. Σε πευκοδάση που δεν κάηκαν τον τελευταίο αιώνα, τα δέντρα όλο και αραιώνουν (Π. Κωνσταντινίδης, ΕΘΙΑΓΕ). Το θέμα είναι να μπορέσουν να αναγεννηθούν απρόσκοπτα, να μην ξανακαούν σύντομα, να μην υπερβοσκηθούν, να μην οικοπεδοποιηθούν. Εκεί θα έπρεπε να επικεντρωθεί η προσοχή, εκεί να διοχετευθούν τα κονδύλια.
Ομως τα δάση που καίγονται, σπάνια ξαναγίνονται - πριν από μερικές δεκαετίες κάλυπταν το 32% της Ελλάδας, σήμερα μόνο το 16% αυτής. Οι φλόγες και μετά οι μπουλντόζες, ερίγδουπες, αδυσώπητες, τελεσίδικες μεταβάλλουν το τοπίο εκ βάθρων. Ουδείς (εμπλεκόμενος) ασχολείται. Η αιφνίδια ευμάρεια που φέρνει η ανεξέλεγκτη ανάπτυξη θολώνει την όραση, στομώνει την αντίληψη. Ο αλλοιωμένος περιβάλλων χώρος διαφθείρει, σκληραίνει την ψυχή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου